Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

ΤΑ ΒΑΘΥΤΕΡΑ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ 1821

Γράφει: Ο ΠΑΝΤΕΛΕΩΝ ΝΙΚ. ΠΑΝΤΕΛΕΑΚΗΣ
Συν/χος Γενικός Δ/ντής ΟΓΑ
Αντιπρόεδρος του Συνδέσμου των Απανταχού Λακώνων
«Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
Μέλος του Δ.Σ. του Πανελλήνιου Συνδέσμου
«ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΩΝ ΑΚΡΙΤΩΝ»

    Τα έθνη σφυρηλατούνται και διαμορφώνονται χάρη στις μεγάλες πράξεις, που τις επιτελεί ο λαός με άξιους ηγέτες, εμπνεόμενοι από υψηλά ιδανικά. Αυτές οι μεγάλες συλλογικές πράξεις, στέκουν σαν τηλαυγείς φάροι και ορόσημα στη ροή του χρόνου. Συγκροτούν την ιστορία. Αυτή με τη σειρά της εξασφαλίζει τη συνέχεια του έθνους, γαλουχώντας τις νέες γενιές με το παράδειγμα των παλαιοτέρων και παρατρύνοντάς τες σε ανώτερα ή τουλάχιστον ισάξια επιτεύγματα. Φυσικά ανάμεσα στις μεγάλες αυτές συλλογικές πράξεις, που διαμορφώνουν και στηρίζουν τα έθνη, την πρώτη θέση την έχουν οι αγώνες για τα υψηλά ιδανικά της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ανεξαρτησίας και της αγάπης προς την πατρίδα.
    Έχουν λοιπόν χρέος οι νέες γενιές των Ελλήνων, να διαβάσουν την ιστορία μας, να εμπνευστούν από αυτή και να γίνουν ζωοδότες των ιδιαιτεροτήτων της φυλής μας, οι οποίες συνετέλεσαν στη διαχρονική επιβίωσή της. Η προάσπιση της εθνικής, της φυλετικής, και πολιτισμικής ιδιαιτερότητας αποτελεί ανθρωπιστικό καθήκον. Είναι όχι μόνο θεμιτή, αλλά και αναγκαία, γιατί είναι το τελευταίο και μοναδικό ανάχωμα, στην απειλούμενη ύπουλη  άλωση εκ της ισοπέδωσης και ομοιοποίησης  των ιστορικών λαών στο όνομα της παγκοσμιοποίησης. Καθώς και η άντληση διαχρονικών διδαγμάτων, έμπνευσης και δύναμης από την ένδοξη τρισχιλιετή ιστορία μας και ιδιαίτερα από τον Ιερό Αγώνα της Εθνικής μας ανεξαρτησίας του 1821, θα συμβάλουν αποτελεσματικά στην επική πορεία του νέου Ελληνισμού.

    Τα μεγαλουργήματα του Ελληνικού λαού, κατά τον τιτάνιο εκείνο απελευθερωτικό αγώνα, μαρτυρούν τι δύνανται και τι μπορούν να επιτύχουν, εναντίον των μεγάλων και ισχυρών, μικροί και αδύνατοι, όταν σταθερά εμφορούνται από πίστη προς το Θεό, αγάπη προς την ελευθερία και περιφρόνηση προς το θάνατο.
    Το 1204 μ.Χ  μια σειρά λαθών και παραλείψεων των Βυζαντινών κυβερνήσεων, επέτρεψε σε μια ομάδα θρησκολήπτων βαρβάρων των σταυροφόρων, με το πρόσχημα της απελευθέρωσης των Αγίων Τόπων,  να καταλάβουν την ισχυρότερη και πλουσιότερη πόλη του Χριστιανικού κόσμου την Κωνσταντινούπολη. Η πρώτη άλωση της βασιλεύουσας με τη λεηλασία που επακολούθησε, προκάλεσε ανυπολόγιστη ζημιά στον παγκόσμιο πολιτισμό και ουσιαστικά άνοιξε το δρόμο για την επικράτηση του Ισλάμ στη Μικρά Ασία και στη χερσόνησο του Αίμου κατά τους επόμενους αιώνες.
    Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο τελευταίος Βυζαντινός αυτοκράτορας, στις προτάσεις του Μωάμεθ Β’ του πορθητή, για να του παραδόσει την Πόλη, έδωσε την ηρωϊκότατη απάντηση «… το δε την πόλιν σοι δούναι ούτε εμόν έστι ουτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη, κοινή γαρ η γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών…».
    Την 29η Μαΐου 1453, ημέρα Τρίτη, έγινε η μεγάλη επίθεση. Ο Αυτοκράτορας, μαχόμενος σαν λεοντάρι στην πρώτη γραμμή, όρμησε προς τα τείχη. Δεν τον ξαναείδε κανείς. Κάποιοι διηγήθησαν ότι εμάχετο στην πρώτη γραμμή ως κοινός θνητός. Όταν αντιλήφθηκε ότι από παντού ήταν περικυκλωμένος από τους Τούρκους, σύμφωνα με τη το Δούκα ανεφώνησε με απελπισία «δεν υπάρχει ένας Χριστιανός να μου πάρει το κεφάλι».
    Η Κωνσταντινούπολη η βασιλίδα των πόλεων, που διέγραψε μια φωτεινή πορεία 1123 ετών και 18 ημερών. Μάϊο τον ωραιότερο μήνα του χρόνου εγκαινιάστηκε, Μάϊο μέσα σε οδύνη, λύπη, ταπείνωση και βία εκπορθήθηκε από τους Μωαμεθανούς. Από Κωνσταντίνο χτίστηκε και επί Κωνσταντίνου έπεσε ηρωϊκά. Η είδηση της πτώσης είχε τεράστιο αντίκτυπο στη Ρώμη, στη Γένοβα, στη Βενετία και έπεσε σαν κεραυνός στη Γαλλία, τη Γερμανία και ιδιαίτερα στην Αυστριακή αυτοκρατορία.
    Η Ευρώπη τρέμοντας τότε μόνο αναμετρά τον κίνδυνο. Βλέπει φανερά,  πως η ένοχη αδιαφορία της, έφερε την εισβολή μιας καταστρεπτικής δύναμης, που θα παραλύσει επί αιώνες ολόκληρους τις δικές της δυνάμεις.
    Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, της πρωτεύουσας της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, που αποτελεί ορόσημο στην παγκόσμια ιστορία, ο Μωάμεθ ο Τούρκος σουλτάνος, έβαλε σ’ εφαρμογή νέα πολεμικά σχέδια, για να κυριεύσει κάθε βυζαντινή επαρχία, που εξουσιαζόταν από τους δυτικούς.
    Το 15ο αιώνα, Λατίνοι, Φράγκοι, Τούρκοι αντιμάχονται στη δοξασμένη γη των ευκλεών προγόνων μας, για να κρατήσουν ο καθένας για λογαριασμό του, όσα περισσότερα εμπορικά και οικονομικά κέντρα και οχυρωματικές θέσεις,  της στρατηγικής και πολύπαθης Ελληνικής χερσονήσου μπορούσαν.
    Το 1460 μ.Χ., όταν έπεσε το Δεσποτάτο του Μυστρά στα χέρια των Τούρκων, η καθολική υποταγή όλων σχεδόν των Βυζαντινών επαρχιών στους Ευρωπαίους και Ασιάτες επιδρομείς, ήταν πια ένα τετελεσμένο τραγικό γεγονός. Με εξαίρεση τη Μάνη, που διατηρεί ένα είδος αυτόνομης ανεξαρτησίας. Έσβησε βίαια και οριστικά ο παλμός της καρδιάς του Βυζαντινού Κράτους, που τα τελευταία 200 περίπου χρόνια διακυβέρνησης από τους Παλαιολόγους είχε πλήρως εξελληνισθεί. Ο Κωνσταντίνος με το μαρτυρικό θάνατό του, έθεσε την σφραγίδα της Ελληνικότητας του Βυζαντίου.
    Ο Ελληνικός λαός, έπειτα από δράση και σταδιοδρομία τόσων αιώνων, έπειτα από συνεχή πορεία προς την ηθική και πνευματική πρόοδο, έπειτα από τους θριάμβους του Μιλτιάδη, του Θεμιστοκλή, του Λεωνίδα, του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το μεγαλείο της θυσίας του τελευταίου Βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, έπειτα από την εξάπλωση σ’ όλο τον κόσμο των φώτων του Ελληνικού πολιτισμού, γονάτισε κάτω από το συντριπτικό βάρος των ορδών της βίας και του σκοταδισμού, αλλά ποτέ δεν συμβιβάστηκε με τον κατακτητή.
    Η Ελλάδα έπαψε να υπάρχει σαν Κράτος. Έμεινε  όμως σαν ιδέα στην ψυχή του σκλαβωμένου Ελληνικού λαού. Έμεινε ριζωμένη βαθειά και έγινε πίστη αναλοίωτη και ακλόνητη. Με την πίστη αυτή στην αδούλωτη ψυχή του, ο Ελληνισμός έζησε τα τετρακόσια χρόνια της μαύρης σκλαβιάς.
    Κατά τη διάρκεια της μακραίωνης Τουρκοκρατίας, η Ορθόδοξη Εκκλησία περισυνέλεξε τα ερείπια και συγκράτησε το Ελληνικό Έθνος. Εβοήθησε με όλα τα μέσα τους ραγιάδες Έλληνες να διαφυλάξουν ως ιερή παρακαταθήκη την πίστη τους, καθ’ όλη τη διάρκεια  της επί τετρακόσια χρόνια δουλείας τους, ήταν η μοναδική πηγή και δύναμη για τη διακήρυξη του Ελληνισμού, της ορθόδοξης πίστης και της εσωτερικής φλόγας για ανεξαρτησία. Η εκκλησία ήταν τότε η Κιβωτός του Ελληνικού Γένους, πρωτοστατήσασα στον Ιερό Αγώνα για την Εθνική μας Παλιγγενεσία πληρώσασα βαρύ φόρο αίματος. Γιατί ακόμη και στα σπήλαια  οι Ιερείς μας δίδασκαν τη γλώσσα και τα ιδεώδη της φυλής, εθνομαρτυρούντες συχνά υπέρ αυτών.
    Ράσο  και φουστανέλλα, κλήρος και λαός, ενωμένοι αδιάσπαστα γίνονται ολοπρόθυμα τα Ιερά σφαγία του Αγώνα, για να δημιουργήσουν την ελεύθερη Ελλάδα.
ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΑΝ.
    Η μεγάλη Επανάσταση του 1821 δεν είναι η πρώτη, που πραγματοποίησε το υπόδουλο έθνος για την ελευθερία του, αλλά η τελευταία μείζονος σημασίας της ακατάβλητης αντίστασης, την οποία προέβαλε ακατάπαυστα ο Ελληνικός λαός κατά του βάρβαρου, σκληρού, και ανελέητου κατακτητή του. Ο οποίος στο πέρασμά του σκόρπιζε τη φρίκη και το θάνατο. Οι πνευματικοί και καλλιτεχνικοί θησαυροί καταστρέφονταν από το χρόνο, από την αμάθεια και την οργή του τυράννου. Η τιμή, η περιουσία και η ζωή των υπόδουλων ήταν στην ανεξέλεγκτη διάθεση του πρώτου τυχόντος Τούρκου.
    Εκτός από τα απερίγραπτα δεινά τα οποία κατέστησαν το ζυγό των Ελλήνων ανυπόφορο και τη ζωή τους απελπιστική, εις τον Ιερό Αγώνα ωθήθηκαν  και από τις εγγενείς δυνάμεις του Ελληνικού έθνους, από το μακραίωνα ιστορικό εθνικό του βίο.
    Η απελπισία λοιπόν έτρεφε την πολιτική βούληση του υπόδουλου Ελληνισμού για ελευθερία, την οποία κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ενίσχυαν και ενεθάρρυναν ορισμένες Χριστιανικές Δυνάμεις της Ευρώπης, οι οποίες όταν βρισκόταν σε πολεμική σύγκρουση με την Τουρκία και επιθυμούσαν να δημιουργήσουν στρατιωτικό αντιπερισπασμό εις το εσωτερικό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ωθούσαν τους υπόδουλους λαούς της Βαλκανικής και ιδιαίτερα τους έλληνες, λόγω του υψηλού πολιτικού επιπέδου τους και της ιστορικής τους συνείδησης σ’ εξέγερση κατά του δυνάστου τους. Οι Ευρωπαϊκές Δυνάμεις τόσο της Δύσης, όσο και της Ανατολής, ουδέποτε ετήρησαν τις υποσχέσεις τους προς τους επαναστατημένους, αντίθετα όταν επέβαλε το συμφέρον τους εγκατέλειπαν τους Έλληνες στην εκδικητική μανία του κυριάρχου τους.
    Την πολιτική βούληση των Ελλήνων για εθνική αποκατάσταση, συντηρούσαν εκτός των άλλων, οι λαϊκοί πνευματικοί θησαυροί, οι παραδόσεις, οι θρύλοι, τα δημοτικά τραγούδια, οι λαϊκές προφητείες, που αναφερόνταν στη μελλοντική ανάσταση του έθνους, διατηρούσαν συνεχώς ζωντανή τη Μεγάλη των Ελλήνων Ιδέα, η οποία με το πέρασμα του χρόνου έγινε όχι μόνο ιδεολογικό σύστημα, αλλά και πολιτικό πρόγραμμα του Ελληνισμού.
    Σε πολλά δημοτικά τραγούδια κυρίως Ποντιακά για την άλωση, περιγράφεται ο ηρωϊκός θάνατος του Μαρμαρωμένου Βασιλιά, καθώς και ο μυστικός τάφος  του στην Κωνσταντινούπολη. Είναι χαρακτηριστική η νομική επιχειρηματολογία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (1770-1843), σε σχετική συζήτηση με τον Χάμιλτον: «Ο Βασιλεύς μας εσκοτώθη καμία συνθήκη δεν έκανε, εμείς καπιτάν Χάμιλτον ποτέ δεν εκάμαμε συμβιβασμό με  τους Τούρκους».
    Οι Έλληνες, όταν κήρυξαν την Επανάσταση ήταν απόλυτα αποφασισμένοι να ελευθερωθούν ή να αποθάνουν, η δε προηγηθείσα από τους διδασκάλους του Γένους πνευματική άνοδος είχε ζωογονήσει στις ψυχές των Ελλήνων την ιδέα της αναγέννησης της  Ελλάδος, αντάξιας της ένδοξης ιστορίας της. Οι Έλληνες του Διαφωτισμού, διδάσκαλοι του Γένους, οι φωτισμένοι αυτοί άνθρωποι, πριν από την Επανάσταση του εικοσιένα, εξήραν την αξία της κυριαρχίας του νόμου, την ελευθερία, την ισότητα, αγωνίστηκαν για να αφυπνίσουν τις συνειδήσεις για την εθνική ανεξαρτησία, προβάλλοντας τις διαχρονικές αξίες της Ελληνικής Φυλής και των ιδιαιτεροτήτων της. Ταυτόχρονα  παρατηρούμε μια στροφή των Ελλήνων προς την Ελληνική αρχαιότητα. Το μεγάλο παρελθόν της  φυλής, ο πολιτισμός της αρχαίας Ελλάδος ενέπνεαν πίστη και εμψύχωναν τους Έλληνες στον αγώνα για την εθνική τους αναγέννηση.
    Οι πρόγονοί μας του 1821 τα ακρόπρωρα των πλοίων τους τα  στόλιζαν με ξύλινες προτομές του Θεμιστοκλή, του Λεωνίδα, του Περικλή και άλλων και στο όνομα της αρχαίας Ελλάδος και των αρχαίων Ελλήνων έγινε η Επανάσταση του 1821.
    Οι ιατροφιλόσοφος Αδαμάντιος Κοραής (1748-1833), κορυφαία μορφή του Ελληνικού διαφωτισμού, εγκατεστημένος από το 1788 στο Παρίσι, όπου έζησε την ατμόσφαιρα της Γαλλικής Επανάστασης του 1789, αφιερώθηκε με πάθος στο «φωτισμό» των υπόδουλων συμπατριωτών του. Ο Αδαμάντιος Κοραής ήξερε, πως η παιδεία και η ελευθερία είναι αλληλένδετες. Χωρίς ελευθερία γνήσια παιδεία δεν υπάρχει. Και δίχως παιδεία πραγματική ελευθερία δεν είναι νοητή. Μετά την Επανάσταση προβληματίζεται  για το μέλλον του νεοσύστατου κράτους και απευθύνει παραινέσεις, προς τους συμπατριώτες του για την πολιτική  οργάνωση της χώρας, το γλωσικό πρόβλημα και την εκπαίδευση. Γιατί πίστευε ότι προϋπόθεση για να διεκδικήσουν οι Έλληνες την ελευθερία τους, ήταν η μόρφωσή τους, η καλλιέργεια της Ελληνικής κλασικής παιδείας και ιδιαίτερα της Ελληνικής γλώσσας. Η κήρυξης της Ελληνικής Επανάστασης βρήκε τον υπέροχο διανοητή σε ηλικία 73 ετών. Παρ’ όλα αυτά η ψυχή του σκιρτούσε: «Εάν είχα στρατιωτικήν ηλικίαν – έγραφε στον Οδυσσέα Ανδρούτσο – ήθελα τρέξει να γραφθώ στρατιώτης της πατρίδος στρατηγούμενος από εσένα  φίλτατε αδελφέ μου».
    Επίσης, η οικονομική άνοδος των Ελλήνων, που ζούσαν εντός της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά και εκείνων της διασποράς, η οποία μετά την Ρωσοτουρκική συνθήκη του Κιουτσού κ. Καϊναρτζή το 1874, η αποκληθείσα και «θαύμα της φαναριώτικης διπλωματίας», επέτρεψε  την αλματώδη ανάπτυξη της Ελληνικής ναυτιλίας (Ελληνικά πλοία υπό Ρωσική σημαία), κατά συνέπεια  και του Ελληνικού Εμπορίου, με αποτέλεσμα την οικονομική ανάπτυξη των Ύδρας, Σπετσών, Ψαρών, Γαλαξιδίου, Κύμης, Άνδρου, Μυκόνου, Πάτμου, Καστελόριζου, Κάσου και άλλων. Από την ανάπτυξη της Ελληνικής ναυτιλίας και των εμπορικών συνθηκών που επακολούθησαν και κορυφώθηκαν κατά  τη διάρκεια των Ναπολεοντείων πολέμων, προήλθε η Ελληνική αστική τάξη, της οποίας η συμβολή στον απελευθερωτικό Αγώνα ήταν σημαντική.
    Στα τέλη του 18ου και στις αρχές 19ου αιώνα, μεγάλο μέρος των εξαγωγών και εισαγωγών από και προς τις περιοχές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, βρίσκονταν στα χέρια των Ελλήνων. Τα λιμάνια της Θεσσαλονίκης και της Σμύρνης έσφυζαν από δραστηριότητα. Μετά την αποχώρηση των Ρώσων από τα νησιά του Αιγαίου, πολλοί νησιώτες τους ακολούθησαν και εγκαταστάθηκαν νόμιμα στη Ρωσία, ενισχύοντας τις υπάρχουσες ή ιδρύοντας νέες παροικίες, ισχυροποιώντας τους εμπορικούς δεσμούς με τη χώρα, από τις οποίες ξεκίνησε και η φιλογενής δράση των εθνικών ευεργετών, που  με την εργατικότητά τους συσσώρευσαν εμπειρία και πλούτη, τα οποία δεν αποθησαύρισαν εγωϊστικά,  αλλά διέθεσαν για έργα φιλογένειας και προόδου στην υπόδουλη πατρίδα: Ζάππας, Αβέρωφ, Βαρβάκης, Μαρασλής και άλλοι. Οι Έλληνες οι διαβιούντες στην αλλοδαπή αποδεικνύονται μερικές φορές γνησιότεροι  πατριώτες από εμάς που κατοικούμε μόνιμα στην Ελλάδα.
    Στον Ελληνικό χώρο, την απογοήτευση και τον ψυχικό κλονισμό, που υπέστη ο Ελληνικός λαός από την αιματηρή  διάψευση των προσδοκιών του, μετά την τραγική κατάληξη των Ορλωφικών και των αγρίων σφαγών που πραγματοποίησαν οι Τούρκοι στη Σμύρνη, Έφεσο, Λήμνο, Τρίκαλα, Λάρισα, Αιτωλικό και ιδιαίτερα στην μαρτυρική Πελοπόννησο, προσπαθεί να ανατρέψει ο ιερομόναχος Κοσμάς ο Αιτωλός (ο Πατροκοσμάς όπως τον ξέρει ο λαός). Το 1775 ξεκίνησε από την Κωνσταντινούπολη και επί πέντε περίπου χρόνια περιοδεύει στη Θεσσαλία, στη Ρούμελη, στη Μακεδονία, στην Ήπειρο και στην Αλβανία, εμψυχώνοντας το λαϊκό φρόνημα και κηρύσσοντας εγκαρτέρηση, ομόνοια, εμμονή στην ορθόδοξη πίστη και κυρίως στην αναγκαιότητα ίδρυσης σχολείων παρά εκκλησιών, απαραίτητων για την πνευματική άνοδο και καλλιέργεια των Ελλήνων. Η διδασκαλία και οι ασκητικές παραινέσεις του κορυφαίου αυτού ιερομάρτυρα στις οποίες ανταποκρίθηκε ο λαός, έθιγαν οικονομικά συμφέροντα με τραγικό αποτέλεσμα τη δολοφονία του πλησίον του Βερατίου της Αλβανίας, και την ρίψη του ιερού λειψάνου του στον Αώο ποταμό.
    Ο Ιερός Αγώνας για την Εθνική μας Παλιγγενεσία, δεν υπήρξε ούτε πολιτικός, ούτε κοινωνικός, ούτε θρησκευτικός, ούτε εθνικιστικός, ήταν εθνικός και ως έμπνευση και ως σχέδιο και ως έργο. Δεν απέβλεπε στη διευθέτηση των εσωτερικών διαφορών του έθνους. Η Επανάσταση του 1821 είναι εντελώς διαφορετική, απ’ όλες τις επαναστάσεις, που πραγματοποιήθηκαν τον 19ο αιώνα, γιατί ξεκίνησε με το σύνθημα «για του Χριστού την Πίστη την Αγία και της Πατρίδος την Ελευθερία» και αποτέλεσε το έναυσμα  για την αποκατάσταση των εθνικών κρατών και σηματοδότησε τον αιώνα αυτό σαν αιώνα των εθνοτήτων.
    Η Ελλάδα τινάσσεται όρθια. Από το Δούναβη μέχρι τον Ταϋγετο, την Κρήτη, τα Δωδεκάνησα και την Κύπρο. Η Ελλάδα ξεσηκώθηκε ως λέων και η λύρα του Ρήγα, το σχοινί του Πατριάρχη, το ράσο του Διάκου, ο δαυλός του Κανάρη, ο χορός του Ανδρούτσου, η ηρωϊκή θυσία του Ηλία Μαυρομιχάλη στα Στύρα, το υπέροχο παράδειγμα του Μάρκου Μπότσαρη, κλονίζουν τα θεμέλια της Τουρκικής αυτοκρατορίας και φέρνουν το γλυκοχάραμα της απολύτρωσης στις πονεμένες ψυχές των σκλάβων. Η Ευρώπη μένει έκπληκτη.       
Οι πρωταγωνιστές της Εθνικής μας Παλλιγγενεσίας και ιδιαίτερα εκείνοι οι διανοητές της Διασποράς, διδάσκαλοι του Γένους, οι επηρεασμένοι από το δυτικό διαφωτισμό, αισθανόνταν απόγονοι των Αρχαίων Ελλήνων. Σημαντικότεροι από αυτούς ήταν: Νικηφόρος Θεοτόκης, Ευγένιος Βούλγαρης, Ηλίας Μηνιάτης, Δημήτριος Κατρατζής – Φωτιάδης, Κωνσταντίνος Κούμας, Άνθιμος Γαζής, Νεόφυτος Δούκας, Νεόφυτος Βάμβας, Θεόφιλος Καϊρης, Αθανάσιος Ψαλλίδας, Ιωάννης Βηλαράς και άλλοι. Ενστικτώδης ήταν στις ψυχές των Ελλήνων η συναίσθηση του ιστορικού μεγαλείου των ευκλεών προγόνων τους. Όταν οι Έλληνες αγωνιστές πληροφορήθηκαν, ότι οι Τούρκοι δεν είχαν μολύβι για βόλια, για να  μη χρησιμοποιήσουν το μολύβι από τους συνδέσμους  των κιόνων των αρχαίων μνημείων του Ιερού Βράχου της Ακρόπολης των Αθηνών, τους έστειλαν μολύβι, που θα εχρησιμοποιείτο εναντίον τους. Η μεγαλειώδης αυτή χειρονομία των απαιδεύτων αυτών ανθρώπων, δεν αποτελεί φωτεινό παράδειγμα για τους σημερινούς Έλληνες;
    Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης, ο αγνός αυτός πολέμαρχος για παράδειγμα που ήταν «αγράμματος», στα απομνημονεύματά του έχει αντιληφθεί τη βαθύτατη σημασία του Ιερού των Ελλήνων Αγώνα, συνιστώσα του πατριωτισμού του αποτελούσε αναμφίβολα ο σεβασμός της αρχαίας κληρονομιάς «Είχα δύο αγάλματα περίφημα, μία γυναίκα και ένα βασιλόπουλο, ατόφια φαίνονταν οι φλέβες, τόση εντέλεια είχαν. Όταν χάλασαν τον Πόρο,  τα είχαν πάρει κάτι στρατιώτες και στο Άργος θα τα πουλούσαν σε κάτι Ευρωπαίους χίλια τάλλαρα γύρευαν. Πήρα τους στρατιώτες και τους μίλησα. Ακόμη και δέκα χιλιάδες τάλλαρα να σας δώσουνε, να μη δεχτείτε να βγουν από την πατρίδα μας. Γι’ αυτά πολεμίσαμε»!
    Η Επανάσταση  του 1821 είχε πανελλήνιο χαρακτήρα και όχι απλά Ελλαδικό. Ο ξεσηκωμός των Ελλήνων της διασποράς κυρίως στη Ρουμανία, δεν ήταν τυχαίος, αποτελεί ισχυρή μαρτυρία ότι ο Αγώνας  για την απελευθέρωση της Χώρας, ήταν γενικός, όπως είπε ο ανεπανάληπτος ήρωας της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας, ο Γέρος  του Μοριά Θεόδωρος Κολοκοτρώνης «Όταν αποφασίσαμε να κάνομε Επανάσταση, δεν συλλογιστήκαμε, ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχομε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τις πόλεις… αλλά, ως μια βροχή έπεσε σε όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας και όλοι και οι κληρικοί μας και οι προεστοί  και οι καπεταναίοι και οι πεπεδευμαίνοι και οι έμποροι και οι ναυτικοί, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτόν τον σκοπόν και εκάναμε την Επανάστασιν». Ο ίδιος εμψύχωνε τους Αγωνιστές τονίζοντας «αφού ο Θεός υπέγραψεν την ελευθερίαν της Ελλάδος, δεν παίρνει  πίσω την υπογραφήν του».
    Από τα πρώτα χρόνια της υποδούλωσής του, το Έθνος μας επεδίωκε την ανατροπή της ξένης αρχής και την ανάκτηση ελεύθερου πολιτικού βίου. Πρώτος Έλληνας οπλαρχηγός, που ύψωσε το 1463 επαναστατική σημαία κατά του Τούρκου κατακτητή ήταν στην Μάνη ο Κορκονδυλος  Κλαδάς (1425-1490). Η μεγάλη εκστρατευτική προσπάθεια των Τούρκων να παρουβιάσουν τα σύνορα της Μάνης υπό τον μπεηλέρμπεη της Ρούμελης Αλή Μπούμκο το Ιανουάριο του 1480, απέτυχε οικτρά, το δε Τουρκικό σώμα αποδεκατίστηκε στο Οίτυλο από τις δυνάμεις του Μεσαιωνικού αυτού ήρωα.
    Από τις αρχές του 18ου αιώνα εμφανίζονται πυρίνες μυστικών πατριωτικών οργανώσεων στην υπόδουλη Ελλάδα. Μετέπειτα οι οργανώσεις αυτές βρήκαν πρόσφορο πεδίο ανάπτυξης στα Ευρωπαϊκά εκείνα κέντρα (Βενετία, Γένουα, Νεάπολη, Τεργέστη, Βιέννη, Λειψία, Βουδαπέστη, Βουκουρέστι, Οδησσό, Μόσχα), όπου για λόγους πολιτικούς ή συναισθηματικούς ήταν συμπαθής η υπόθεση των Ελλήνων.   
    Στις παραδουνάβιες Ηγεμονίες, στις Ελληνικές κοινότητες της Αυστρίας, της Ιταλίας, της Ρωσίας, της Γαλλίας, της Επτανήσου και της υπόδουλης Ελλάδος, εμφανίζονται συνωμοτικές οργανώσεις Ελλήνων πατριωτών και φιλελλήνων με διάφορα ονόματα, οι οποίες υπήρξαν πρόδρομοι της Μεγάλης Εταιρείας των Φιλικών.
    Το 1814, στην Οδησσό της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (στη σημερινή Ουκρανία), τρεις Έλληνες πατριώτες της Διασποράς ίδρυσαν την Φιλική Εταιρεία ή Εταιρεία των Φιλικών. Οι πρωτεργάτες της Φιλικής Εταιρείας, Νικόλαος Σκουφάς (1780-1819), Εμμανουήλ Ξάνθος (1772-1852), και Αθανάσιος Τσακάλωφ (1790-1851), φαίνεται ότι είχαν εγκολπωθεί  το πολιτικό πρόγραμμα του Ρήγα Φεραίου ή Βελεστιλνή (1758-1798), για  μια παμβαλκανική ομοσπονδία λεγόμενη «Ελληνική Δημοκρατία». Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας ήταν Ελληνόπουλα, που  ζούσαν στο εξωτερικό και ότι το έργο τους, έργο μεγάλο και θεμελιακό, ξεκίνησε έξω από τα σύνορα της Βαλκανικής  Χερσονήσου. Οι Φιλικοί είχαν ως κύριο σκοπό να ενώσουν τις πνευματικές και υλικές δυνάμεις του Έθνους και να ξαναδώσουν στο λαό, μαζί με την ηθική δύναμη και όλα εκείνα τα παλιά ιδανικά του Γένους, που βρισκόταν, ως τότε, θαμένα μέσα στους προγονικούς τάφους.
    Η Φιλική Εταιρεία οργανώθηκε σύμφωνα με τα πρότυπα των επαναστατικών οργανώσεων της Ευρώπης, με ένα σύστημα κατήχησης των μελών, με βασική αφετηρία την ιερή υπόσχεση του κατηχομένου, ότι και με απειλή ακόμη της ζωής του δεν θα αποκαλύψει ποτέ σε κανένα, ούτε την ύπαρξη της, ούτε τον σκοπό της οργάνωσής της. Ο υποψήφιος φιλικός ορκιζόταν στο Ευαγγέλιο, ενώ ένας άλλος φιλικός έχυνε κρασί πάνω στη λεπίδα ενός σπαθιού και ο ορκιζόμενος απήγγελε τον όρκο:
«Ομνύω όπως τηρήσω τον όρκο μου
και αν παραβώ τούτον, το αίμα μου να
ρεύση όπως ο οίνος επί της σπάθης»
    Η Φιλική εταιρεία είχε ορισμένους μόνο τύπους κοινούς με τις τεκτονικές και καρμποναρικές οργανώσεις, που δρούσαν την εποχή εκείνη στην Ευρώπη. Στην ουσία ήταν ιδιότυπος μυστική πατριωτική εταιρεία, που είχε ως αποκλειστικό σκοπό, με τη χρησιμοποίηση ιδίων μέσων, για την απελευθέρωση του υπόδουλου Έθνους από τον Οθωμανικό ζυγό.
    Η άκαμπτη αντίδραση των Ευρωπαϊκών Κυβερνήσεων τα πρώτα τουλάχιστον έτη του Αγώνα και οι ατέρμονες δολοπλοκίες του μισέλληνα Μέττερνιχ, στηριζόνταν ακριβώς στην συκοφαντία αυτή, ότι η Ελληνική Επανάσταση ήταν προϊόν αντιμοναρχικής συνωμοσίας. Οι Ελληνικές κυβερνήσεις κατά τη διάρκεια του Ιερού Αγώνα, αγωνιζόνταν να αποτινάξουν την συγκοφαντική αυτή κατηγορία και να πείσουν τις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ότι η Επανάσταση των Ελλήνων είχε σαφώς απελευθερωτικό χαρακτήρα και όχι αναρχικό ή κάποιο άλλο. Η συμμετοχή εξ’ άλλου στην Εταιρεία ηγεμόνων, μητροπολιτών, κληρικών, προεστών, τραπεζιτών, μεγαλεμπόρων, διδασκάλων του Γένους και άλλων μαρτυρεί κατά  τον καλύτερο τρόπο την υψηλή ευγενή Εθνική αποστολή της. Ο διαπρεπής Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος (1766 – 1828), είχε εφιστήσει την προσοχή των επαναστατημένων ομοεθνών του για τις ραδιουργίες του Μεττερνιχ.
    Η Φιλική Εταιρεία υπήρξε και ως έμπνευση και ως έργο και ως προσπάθεια αποκλειστικά  και μόνο Ελληνική. Η αποπειραθείσα συνεργασία της οργάνωσης με τους γειτονικούς λαούς της Βαλκανικής, δεν βρήκε ανταπόκριση, γιατί προσέκρουσε εξ’ αρχής στην πραγματικότητα των άλλων Βαλκανικών εθνικισμών, που είχαν ήδη εμφανιστεί του Ρουμανικού και του Σερβικού, οι οποίοι έβλεπαν ανταγωνιστικά και με καχυποψία τις πολιτικές τάσεις  κυριαρχίας και τις εδαφικές βλέψεις των Ελλήνων. Πολλές φορές μάλιστα καταπροδόθηκε από την στρατιωτική ηγεσία αυτών, ιδιαίτερα μετά την κατάρευση του επαναστατικού κινήματος των Ηγεμονιών στη Βλαχία και Μολδαβία.
    Κυρίαρχη μορφή των προεπαναστατικών χρόνων είναι αναμφισβήτητα ο Ρήγας Φεραίος ή Βελεστιλνής,  λόγιος, ποιητής και στοχαστής, καταγόμενος από τις αρχαίες Φέρες ή Βελεστίνο της Θεσσαλίας. Ο Ρήγας ο μεγάλος πρόγονος των πνευματικών μηνυμάτων της Φιλικής Εταιρείας, στο πολιτικό πρόγραμμά του οραματίζεται μια Παμβαλκανική ομοσπονδία, με το όνομα «Ελληνική Δημοκρατία», η οποία θα διαδεχόταν εδαφικά και νομικά την Οθωμανική Αυτοκρατορία των  Σουλτάνων και θα συγκροτείτο πολιτειακά πάνω στις βασικές αρχές της Γαλλικής Επανάστασης της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη του 1789 και κυρίως στο Γαλλικό Ριζοσπαστικό Σύνταγμα των Ιακωβίνων του 1893, με το κυρίαρχο σύνθημα της εποχής «Ελευθερία, Ισότης, Αδελφότης».
    Ο Ρήγας στα «επαναστατικά» έργα, που έγραψε και τύπωσε έδωσε το έναυσμα στους υπόδουλους λαούς να επαναστατήσουν, αφού πρώτα τους εξύψωσε το ηθικό τους προβάλλοντας την κληρονομιά των αρχαίων Ελλήνων και τη δύναμη των προπατόρων τους. Απευθύνεται στις μαχόμενες δυνάμεις του Έθνους και στηρίζει σ’ αυτές την ελπίδα για την απελευθέρωση από τον Τουρκικό ζυγό. Προβάλλει χαρακτηριστικά  την πεποίθησή του, ότι οι Έλληνες πρέπει να στηριχθούν μόνο στις δικές δυνάμεις και να μην ελπίζουν στη βοήθεια των ξένων δυνάμεων.
Το κίνημα αυτό της Φιλικής Εταιρείας δεν ήταν εύκολο. Απευθυνόταν σ’ ένα λαό γεμάτο πληγές, που πέρα από κάποιους μυστικούς και ισχυρούς βέβαια πόθους ελευθερίας, δεν διέθετε καμμιά υλική δύναμη τέτοια, που να μπορεί να αντιμετωπίσει την ισχύ και τον πλούτο ενός αδυσώπητου δυνάστη, που για τέσσερις  ολόκληρους αιώνες δούλευαν γι’ αυτόν ασταμάτητα τόσα εκατομμύρια σκλάβοι. Για τους λόγους αυτούς το μήνυμα των Φιλικών ήταν, πίστη και ιδανικό.
Παρά ταύτα οι Έλληνες πολέμαρχοι, χωρίς να έχουν τον παραμικρό σύγχρονο εξοπλισμό, αλλά μόνο ελάχιστα καριοφίλια, γιαταγάνια και μερικά πεπαλαιωμένα σιτοκάραβα, απέδειξαν με τα έργα τους, ότι πράγματι ήταν αντάξιοι απόγονοι των Μαραθωνομάχων, των Σαλαμινομάχων και των Τριακοσίων του Λεωνίδα. Γιατί αν και στερημένοι στοιχειώδους υλικού εξοπλισμού, είχαν να αντιμετωπίσουν όχι μόνο την τεράστια σ’ έκταση και πληθυσμό σκληρή και αδίστακτη Οθωμανική αυτοκρατορία, αλλά και την αρνητική διεθνή συγκυρία, την οποία είχε επιβάλλει η Ιερή Συμμαχία του μισέλληνα Μέττερνιχ, ο οποίος εκπροσωπούσε το πνεύμα της απολυταρχίας, του δεσποτισμού και της καταδυνάστευσης των λαών της Ευρώπης, καθώς και τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων της εποχής – Μεγάλη Βρετανία, Ρωσία, Αυστρίας, Γαλλία – ετόλμησαν να έλθουν φανερά αντιμέτωποι και επέτυχαν τελικά τον σκοπό τους. Εμείς σήμερα δεν είμαστε σε απείρως πλεονεκτική θέση, ν’ αντιμετωπίσουμε τους σ’ όλους μας γνωστούς κινδύνους, που απειλούν την Πατρίδα μας;
Το σχέδιο των Φιλικών ως προς την έκταση της Επανάστασης, ήταν ευρύτατο. Περιελάμβανε ολόκληρο τον Ελληνικό ιστορικό χώρο της Ευρώπης της Ασίας και των νησιών. Πήραν όχι βέβαια τυχαία, την τολμηρότατη αυτή απόφαση της έναρξης του Ιερού Αγώνα τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, γιατί τότε η εσωτερική κατάσταση που βασίλευε στην Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν ευνοϊκή για τους Έλληνες. Οι Γενίτσαροι στράφηκαν εναντίον του τακτικού Τουρκικού στρατού και εδολοφόνησαν τους σουλτάνους Σελήμ και Μουσταφά. Εν τω μεταξύ στο θρόνο ανέβηκε ο Μαχμούτ, ο οποίος με τη διπλωματία του κατώρθωσε να επιβάλει την τάξη. Ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων (1744-1820) εθεώρησε ότι, ήλθε η κατάλληλη στιγμή να επαναστατήσει κατά του Σουλτάνου Μαχμούτ, για να δημιουργήσει δικό του ανεξάρτητο κράτος, με πρωτεύουσα τα Γιάννενα, η στάση του πασά της Πτολεμαϊδας κατά της Πύλης, η επιδρομή των Βαχαβιτών εναντίον της Μέκκας και της Μεδίνας, η ένταση των Ρωσοτουρκικών σχέσεων, ο Τουρκοπερσικός πόλεμος και η εν γένει παρακμή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Με την επικράτηση αυτής της κατάστασης, οι Φιλικοί  έκριναν ότι οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές για την έναρξη του απελευθερωτικού Αγώνα.  Υπήρχαν όμως και άλλα θετικά κίνητρα, όπως η αποφασιστικότητα, η ανυποχωρητικότητα της επίτευξης των στόχων, που συνοψίζονται σε πύρινα συνθήματα «Υπέρ πίστεως και Πατρίδος», «Υπέρ βωμών και εστιών», «Νυν υπέρ πάντων ο Αγών».
Οι ηγέτες της Επανάστασης ήταν απόλυτα ειλικρινείς, δεν απέκρυψαν από το λαό την τραγική πραγματικότητα. Όλες  οι προκηρύξεις αρχίζουν με τη φράση «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ή ΘΑΝΑΤΟΣ». Με την απόφαση αυτή διακηρύσσουν ενώπιον Θεού και ανθρώπων, ότι είναι αποφασισμένοι να αποθάνουν όλοι αν δεν ελευθερωθούν. Οι μετέπειτα σκληρές θυσίες και τραγικές δοκιμασίες, δεν εκλόνισαν την ηρωϊκή αυτή απόφασή τους. Πέθαναν πολεμώντας για την πίστη και την πατρίδα και έγιναν ολοκαύτωμα στο βωμό της ελευθερίας, αλλά ουδέποτε εγκατέλειψαν τον Ιερό Αγώνα.
Όπως είναι γνωστό, ως επίσημη ημέρα του ξεσηκωμού των Ελλήνων είχε οριστεί η Παρασκευή 25 Μαρτίου 1821, ύστερα από κοινή συμφωνία των αρχηγών της Φιλικής Εταιρείας,  λόγω των συμβολισμών της, αλλά και λόγω του κατάλληλου της εποχής για πολεμικές συγκεντρώσεις και επιχειρήσεις. Αλλά εκδηλώθηκε, ύστερα από συγκεκριμένα γεγονότα, τα οποία συνέβησαν σ’ ορισμένες περιοχές, αρκετές ημέρες ενωρίτερα.
Η μεγάλη απόφαση των αγωνιστών να ελευθερωθούν ή να αποθάνουν, θέρμαινε τις καρδιές τους και αυτό διατυπώνεται με απόλυτη ευκρίνεια στις περίφημες προκηρύξεις από τα πρώτα βήματα του Ιερού Αγώνα.
Στις 24 Φεβρουαρίου 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης (1792-1828), ο ευγενικός αυτός Εθνεγέρτης,  κηρύσσει την Ελληνική Επανάσταση στο Ιάσιο της Μαλδαβίας με το πρόσταγμα «ΜΑΧΟΥ ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ».
«Η ώρα ήρθεν, ω Άνδρες Έλληνες! Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον τούτον ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νέφη την ημισέληνον, δια να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ου πάντα νικώμεν, λέγω του Σταυρού, και ούτω να εκδικήσωμεν την πατρίδα και την ορθόδοξον ημών πίστιν από την ασεβή και των ασεβών καταφρόνησιν.
Ιδού μετά πόσων αιώνων οδύνας, απλώνει πάλιν ο Φοίνιξ της Ελλάδος μεγαλοπρεπώς τας πτέρυγας του και προσκαλεί υπό την σκιάν αυτού τα γνήσια και ευπειθή τέκνα της. Ιδού η Ελλάς άπασα έπιασε τα όπλα δια να αποτινάξη τον βαρύ ζυγόν των βαρβάρωνκαι ενατενίζουσα εις το μόνον νικητήριον όπλον των ορθοδόξων τον τίμιον, λόγω και ζωποιόν Σταυρόν, κράζει μεγαλοφώνως «Εν τούτω τω σημείω νικώμεν». Ζήτω η Ελευθερία….».
Ο κύβος ερίφθη. Ο ξεσηκωμός είναι γενικός, στον Μοριά, στην Ρούμελη, στα νησιά, στη Μακεδονία, στην  Ήπειρο στην Κύπρο, στην Κρήτη, παντού όπου υπήρχαν Έλληνες. Στις 26 Φεβρουαρίου 1821, η τρίχρωμη (μαύρο – άσπρο – κόκκινο) επαναστατική σημαία του ευγενικού Αλέξανδρου Υψηλάντη, καθαγιάστηκε από τον Μητροπολίτη Βενιαμίν στην εκκλησία των Τριών Ιεραρχών του Ιασίου. Η σημαία έφερε επί της μιας επιφάνειάς της το Σταυρό και τις εικόνες του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης με τη φράση: «ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ», στην άλλη επιφάνεια το φοίνικα με τη φράση: «ΕΚ ΤΗΣ ΤΕΦΡΑΣ ΜΟΥ ΑΝΑΓΕΝΝΩΜΑΙ». Στο τέλος παρέδωσε στον Υψηλάντη ξίφος, σύμφωνα με το Βυζαντινό τυπικό. Με τη σημαία αυτή πολέμησε και θυσιάστηκε σε λίγη ώρα, μία των γλυκυτέρων ελπίδων της Ελλάδος, ο Ιερός Λόχος στο Δραγατσάνι. Ο σημαιοφόρος Ξενοφών πίπτει ηρωϊκά μαχόμενος. Τότε προσέτρεξε ο Γεωργάκης Ολύμπιος με 100 ιππείς και έσωσε τη σημαία και με αυτή, συνεχιστής του καλόγερου Σαμουήλ στο Κούγκι, έγινε ολοκαύτωμα στις 23 Σεπτεμβρίου 1821 στη μονή του Σέκου στη Μολδαβία.
Στις 25 Μαρτίου 1821, την προκαθορισμένη από τον ίδιο ημερομηνία έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης εισέρχεται στο Βουκουρέστι. Σχεδιάζει διαβαίνοντας το Δούναβη να πορευθεί νότια ξεσηκώνοντας τους Βαλκανικούς λαούς σε μια γενικευμένη επανάσταση. Όμως οι φόβοι του για τη στάση της Σερβίας επαληθεύτηκαν. Ο Μίλος Οβρένοβιτς τελικά δεν κινήθηκε, αλλά ήλθε σε συνδιαλαγή με τους Τούρκους, που πιάνουν τα περάσματα του Δούναβη. Το ίδιο κάνουν ο βλάχος Θεόδωρος Βλαδιμηρέσκου και οι Βούλγαροι. Οι διαμορφούμενοι εθνικισμοί των βαλκανικών λαών, δεν συμβαδίζουν με τα όνειρα των Ελλήνων, τους οποίους θεωρούν μελλοντικούς αντικαταστάτες των Τούρκων, σε περίπτωση αναβίωσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Στις 17 Μαρτίου 1821 τα ξημερώματα ο Νικόλαος  Σολιώτης και τα παλληκάρια της Κερπινής, με εντολή του Ασημάκη Ζαϊμη, στήσανε καραούλι στην «Χελωνοσπηλιά» στον Σεϊντή Λαλιώτη και τους  συνοδούς του στρατιώτες και τους υποδέχτηκαν με ομοβροντίες πυροβολισμών. Δύο Τούρκοι στρατιώτες  σκοτώθηκαν. Ο Σεϊντής και οι άλλοι γλυτώσανε τρέχοντας καβάλα προς την Τρίπολη. Εκεί ενημέρωσαν τον Καϊμακάμη για την πρώτη εχθρική πράξη των Ελλήνων.
Την ίδια ημέρα οι Μανιάτες πολεμιστές εσήκωσαν την Τσίμοβα (Αρεόπολη) λευκή σημαία με το γαλάζιο Σταυρό, που έφερε τις επιγραφές «ΝΙΚΗ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ» και «Ή ΤΑΝ Ή ΕΠΙ ΤΑΣ». Στην Μανιάτικη σημαία χρησιμοποιείται η λέξη ΝΙΚΗ και όχι ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, γιατί η Μάνη ήταν πάντα ελεύθερη καθ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Στις 19 Μαρτίου 1821, οι Μανιάτες της Ανατολικής Μάνης όρμησαν προς τα Τρίνησα, το Μυστρά και την Μονεμβάσια και άρχισαν την καταδίωξη και σφαγή των Τούρκων. Στις 23 Μαρτίου 1821, οι πολεμικές δυνάμεις  της Μάνης με επικεφαλή τον Πέτρο Μαυρομιχάλη (1770-1848) (Πετρόμπεη), τους ντόπιους καπεταναίους και τον Κολοκοτρώνη, που ακολουθούσε το Μούρτζινο, έμπαιναν στην Καλαμάτα. Την ίδια ημέρα στη Μεσσηνιακή πρωτεύουσα γκρεμιζόνταν τα Τουρκικά μπαϊράκια και παραχωρούσαν τη θέση τους στη σημαία του Σταυρού. Η αυγή της Ελληνικής ελευθερίας είχε ανατείλει και έσκιζε με τις φωτεινές ακτίνες του τα ζοφερά σκοτάδια της σκλαβιάς, που τόσους αιώνες πλάκωνε τις ψυχές των δυστυχισμένων ραγιάδων.
Ο Πετρόμπεης στην Καλαμάτα ηγείται της Μεσσηνιακής Γερουσίας. Στις 25 Μαρτίου 1821, κοινοποιεί επαναστατική προκήρυξη προς τις Ευρωπαϊκές Αυλές και προς τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής εκ μέρους της Μεσσηνιακής Γερουσίας. Η προκήρυξη αυτή αποτελεί το πρώτο επίσημο κήρυγμα, προς τον  έξω κόσμο και την πρώτη διπλωματική ενέργεια από την επαναστατημένη Χώρα.
«Ο ανυπόφορος ζυγός της Οθωμανικής τυραννίας ηνάγκασε τους Πελοποννησίους Γραικούς, υστερημένοι όλοι από τα δίκαιά μας, με μίαν γνώμη ομοφώνως, να λάβωμεν τα άρματα και να ορμήσωμεν κατά των τυράννων. Άπαντες  πνέομεν πνοήν ελευθερίας. Εν ενί λόγω όλοι αποφασίσαμεν ή να ελευθερωθώμεν ή να αποθάνωμεν. Διό και προσκαλούμεν την συνδρομήν και βοήθειαν όλων των εξευγενισμένων Ευρωπαϊκών γενειών, ώστε να δυνηθώμεν να φθάσωμεν ταχυτέρως εις τον ιερόν και δίκαιον σκοπόν μας, και να ανανενώσωμεν το τεταλαιπωρημένον Ελληνικόν Γένος μας. Δικαίω λόγω η μήτηρ μας Ελλάς, εκ της οποίας και υμείς εφωτίσθητε, απαιτεί όσον τάχος την φιλάνθρωπον συνδρομήν και δια χρημάτων και δια όπλων και δια συμβουλής, της οποίας εσμέν ευέλπιδες ότι θέλομεν αξιωθή».
Οι κάτοικοι  της νήσου Ύδρας τον Απρίλιο του 1821 διακήρυτταν: «Οι απόγονοι των ενδόξων εκείνων ανδρών, οίτινες ετίμησαν το ανθρώπινον γένος με τας υψηλάς αυτών αρετάς και εφώτισαν τον κόσμον, μάχονται υπέρ της ελευθερίας  τους τυράννους των βαρβάρων απογόνους του βαρβάρου Οσμάνου, τους εξολοθρευτάς των επιστημών και τεχνών και εχθρούς της Ιεράς Θρησκείας του Ιησού Χριστού. Τις θέλει είσθαι ποτέ τοσούτον απάνθρωπος ώστε να γένη οχληρός εις την φοβεράν ταύτην περίστασίν μας, ή να μην εύχηται υπέρ ημών»;
Έκτοτε, ουδεμία αξιόλογη διπλωματική ενέργεια σημειώθηκε στο εσωτερικό της επαναστατημένης Χώρας, μέχρι της Α’ Εθνικής Συνέλευσης της Επιδαύρου (15 Ιανουαρίου 1822), κατά την οποία ψηφίστηκε το προσωρινό πολίτευμα της Ελλάδος και αντιμετωπίστηκαν με σοβαρότητα οι εξωτερικές σχέσεις της Επανάστασης. Στο προοίμνιο της οποίας τα μέλη της Συνέλευσης διακήρυτταν: «Το Ελληνικόν Έθνος, μη δυνάμενον να φέρη τον βαρύτατον και απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυραννίας και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας, κηρύττει σήμερον δια των νομίμων Παραστατών του, εις εθνικήν συνηγμένων Συνέλευσιν, ενώπιον Θεού και ανθρώπων, «την Πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν».
Μέγα μειονέκτημα της Επανάστασης υπήρξε το γεγονός ότι, οι ένοπλες δυνάμεις της εστερούντο γενικής ηγεσίας, συστηματικής οργάνωσης και πειθαρχίας. Η αδυναμία αυτή γινόταν ακόμη μεγαλύτερη από την έλλειψη ενιαίας πολιτικής εξουσίας κατά τα πρώτα έτη της Επανάστασης.
Το θέμα της πολιτικής οργάνωσης του Επαναστατημένου Ελληνικού λαού, απασχόλησε από την αρχή του Αγώνα τους εκτός της Ελλάδος διακεκριμένους Έλληνες, μεταξύ των οποίων εξέχουσα θέση κατέχουν ο μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος και ο Ιωάννης Καποδίστριας (1776-1831), οι οποίοι με  υπομνήματά τους συμβουλεύουν στους επαναστάτες τη σύσταση αντιπροσωπευτικής ολιγομελούς κυβέρνησης όλων  των επαρχιών και τη διαφύλαξη των παλαιών εθνικών σχημάτων.
Η διπλωματική διαχείρηση  του Ελληνικού ζητήματος στο εξωτερικό και πολύ πριν από την έκρηξη της Επανάστασης, αλλά και μετά από αυτή,  βρισκόταν στα χέρια του επιφανέστατου των Ελλήνων Ιωάννη Καποδίστρια, που κατά την έκφραση του Σπυρίδωνος Τρικούπη «ουδενός η καρδία ήταν Ελληνικωτέρα», τήρησε μια σώφρονα πολιτική ίσης φιλίας προς τις τρεις Δυνάμεις, ούτε της Ρωσίας εξαιρούμενης, για να μη προκαλέσει την οργή των λοιπών. Εξαιρεί μόνο τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, γιατί η χώρα βρισκόταν τότε εκτός Ευρωπαϊκού ανταγωνισμού.
Μετά την αποτυχία του κινήματος των ηγεμονιών και τη συντριβή της Επανάστασης στη Μακεδονία και στη Θεσσαλία, το ευρύτατο αρχικό σχέδιο των Φιλικών από τα μέσα του 1822 εξ ανάγκης περιορίστηκε στη νότια Ελλάδα. Περιόρισε τον Αγώνα αλλά όχι τις προθέσεις και τις προοπτικές του. Η Επανάσταση στη Μακεδονία  είχε υψίστη σημασία, γιατί απέδειξε την Ελληνικότητά της, ενώ συγχρόνως καθήλωσε ισχυρές Τουρκικές δυνάμεις που θα εκινούντο νότια.
Τα τρία πρώτα χρόνια της Επανάστασης, χαρακτηριζόταν από αυταπάρνηση μέχρι αυτοθυσίας, από ανιδιοτέλεια και αποφασιστικότητα για τη δικαίωση του Αγώνα. Οι Έλληνες ομονοούντες και χωρίς καμία βοήθεια, ενίκησαν τρεις Οθωμανικές στρατιές και τρεις στόλους και όλα έβαιναν κατ’ ευχή! Δυστυχώς από το 1824 ενεφανίστηκαν όχι μόνο οι αρετές των Ελλήνων, αλλά, μαζί και οι ενδημικές αρρώστιες της Φυλής, ο εγωϊσμός, η φιλοπρωτία, η εξυπηρέτηση προσωπικών συμφερόντων, ο φθόνος και η μανία της προβολής.
Λίγους μήνες μετά την καταστροφή του Δράμαλη, άρχισαν οι ατελείωτες διενέξεις, όπως μεταξύ προεστών και του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, προεστών και Μαυροκορδάτου, των Πελοπονησίων και Ρουμελιωτών, χωρίς να λείπουν  και τα παραδείγματα ανιδιοτέλειας και αυταπάρνησης προς ευόδωση του κοινού Αγώνα, όπως του Δημητρίου Υψηλάντη (1793-1833).
Η τότε Κυβέρνηση δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του Έθνους, ο Ελληνικός στόλος αδρανούσε λόγω της αδιαφορίας των αρμοδίων για την επάνδρωση και ανεφοδιασμό του. Τα πλοία ήταν δεμένα στην Ύδρα και στις Σπέτσες, χωρίς πληρώματα και τα θρυλικά πυρπολικά ήταν παραμελημένα και χωρίς πολεμική ικανότητα. Τα Ελληνικά πελάγη  ήταν έρμαια των πειρατών. Ο εμφύλιος πόλεμος εμάρενε ψυχές και εφόνευε σώματα.
Κατά τη σύγκρουση των αλληλοσπαρασσομένων Ελλήνων εσπαταλήθησαν οι λίρες του Αγγλικού δανείου και το έθνος αντιμετώπιζε το θανάσιμο κίνδυνο του Ιμπραήμ εξαντλημένο και πάμπτωχο. Ευτυχώς  για τον Ελληνισμό και την Επανάσταση κατά τη διάρκεια του εθνοφθόρου εμφυλίου πολέμου, όπως προκύπτει από απολύτως αξιόπιστα έγγραφα, ο ακαταμάχητος λαός της Μάνης όχι μόνο δεν εδέχθη να λάβει μέρος στον εμφύλιο, αλλά με κάθε τρόπο εξεδήλωσε τη δυσφορία του εναντίον των ευθυνομένων για τον αδελφοκτόνο σπαραγμό.
Ο Σουλτάνος Μαχμούτ εξοργισμένος από τις επιτυχίες των Ελλήνων στη ξηρά και τη θάλασσα και από τη συμπάθεια που ενέμπνευσαν στους λαούς της Ευρώπης οι θυσίες και τα έργα των Επαναστατών, αδυνατώντας να τα βγάλει πέρα μόνος του, εκάλεσε από την Αίγυπτο τον Ιμπραήμ και τον τακτικό στρατό του, οργανωμένο από Ευρωπαίους αξιωματικούς, να πνίξει στο αίμα την Ελληνική Επανάσταση. Ο Ιμπραήμ γιος του πανίσχυρου Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου, άνδρας πολεμικός, σπουδασμένος, τολμηρός, φιλόδοξος, έξυπνος, αγριότατος και αδυσώπητος, ανέλαβε με ενθουσιασμό την αποστολή του αυτή και με αποφασιστικότητα και πίστη για τη νίκη ήλθε στην Πελοπόννησο, με στόχο να ξεριζώσει μια για πάντα τον Ελληνισμό. Εκμεταλλευόμενος τις Ελληνικές αδυναμίες λόγω του καταστρεπτικού εμφύλιου πολέμου, αποβιβάστηκε με ισχυρό στρατό αντουφέκιστος στις 11 και 12 Φεβρουαρίου 1825 στη Μεθώνη. Διέλυσε τα Ελληνικά σώματα  στη θέση Κρεμμύδι και κατέλαβε το Ναυαρίνο και τη Σφακτηρία. Στο πεδίο της μάχης πέφτουν ηρωϊκά μαχόμενοι εκτός των άλλων αγωνιστών οι Αναγνωσταράς, Τσαμαδός, Σαχίνης και ο Φιλέλληνας Σανταρόζας.
Μετά την πτωση της Σφακτηρίας υποκτύπουν το Παλαιόκαστρο και το Νιόκαστρο. Η δραματική έξοδος του Μεσολογγίου που οι υπερασπιστές του υποφέροντες και υπομένοντες τα πάνδεινα απέρριπταν με περιφρόνηση τις προτάσεις των Τούρκων για παράδοση της πόλης, απαντώντας ότι «Τα κλειδιά του Μεσολογγιού είναι κρεμασμένα στις μπούκες των κανονιών μας» και ο ηρωϊκός θάνατος των Παπαφλέσσα και Βοϊδή Μαυρομιχάλη στο Μανιάκι, καταύγασαν με φως τον Αγώνα, αλλά δεν σταμάτησαν τις ορδές των Τουρκοαιγυπτίων. Ο Ιμπραήμ όργωνε κυριολεκτικά το Μοριά και προκειμένου να κάμψει την αντίσταση των ηρωϊκώς αγωνιζομένων Ελλήνων για την ελευθερία τους, έδωσε εντολή να σφαγούν άνθρωποι και ζώα, να πυρποληθούν τα σπίτια και να εκριζωθούν δένδρα, πλήρης αφανισμός.
Η στρατηγική επιδίωξη του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο ήταν να την εποικίσει με Αιγυπτίους και Αφρικανούς και να την προσαρτήσει στην εξαπλούμενη αυτοκρατορία του πατέρα του Μωχάμετ Άλη (Μεχμέτ Αλή). Σήμερα η Εθνική μας συνοχή κινδυνεύει  από τα ύπουλα κύματα της παγκοσμιοποίησης, γιατί οι εχθροί της Ελλάδος είναι παντού, όχι μόνο εκτός των τειχών αλλά και εντός αυτών, με την ανεξέλεγκτη είσοδο στη χώρα αμέτρητου πλήθους λαθρομεταναστών. Και είναι κοινή η πεποίθηση ότι ο εσωτερικός εχθρός, είναι απείρως μεγαλύτερος παντός εξωτερικού εχθρού.
Η κατάληψη του Ναυπλίου από τον Ιμπραήμ θα είχε αποφασιστική σημασία, γιατί θα εσήμαινε απ’ αρχή της αποσύνδεσης των Ελλήνων. Ανακοπή της πορείας του προς το Ναύπλιο υπήρχε ελπίς να επιτευχθεί με αποφασιστική αντίσταση στους Μύλους. Για το σκοπό αυτό εστάλησαν εκεί ο Δημήτριος Υψηλάντης, ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης και ο στρατηγός Ιωάννης Μακρυγιάννης. Τους τρεις αυτούς Αγωνιστές ο Ιωάννης Βλαχογιάννης εχαρακτήρισε ως τους ανδρειότερους αγωνιστές του 1821.
Στις αρχές του 1825 η επικράτηση των Αιγυπτίων στην Πελοπόννησο ήταν σχεδόν πλήρης, μόνο το Ναύπλιο, η Μάνη και τα νησιά Ύδρα και Σπέτσες, δεν είχαν περιέλθει στον Ιμπραήμ. Η Κυβέρνηση μπήκε να φυλαχθεί στα βαπόρια. Στις 6 Φεβρουαρίου 1825 Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και οι άλλοι αντικυβερνητικοί πολέμαρχοι κατατρεγμένοι, φυλακίζονται στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία της Ύδρας. Έπρεπε να γίνει η αυτοθυσία των αγωνιστών στη Σφακτηρία και το Μανιάκι, για να συνέλθουν οι μικρόμυαλοι μεγαλοκέφαλοι, να βγάλουν τον Κολοκοτρώνη με τους άλλους οπλαρχηγούς από τη φυλακή στις 18 Μαΐου 1825.
Η Μάνη ήταν η μοναδική περιοχή της Ελλάδος από άποψης έκτασης, πληθυσμού, πολεμικού δυναμικού και στρατηγικής θέσης, που παρέμενε ελεύθερη.
Εφόσον η Μάνη παρέμενε ελεύθερη, εστερούσε στον Ιμπραήμ και την Τουρκική διπλωματία του επιχειρήματος, ότι κατέβαλαν την Επανάσταση των Ελλήνων, αφού κατόρθωσαν να υποδουλώσουν την Μάνη και δια της Μάνης όλη την Ελλάδα.
Στις 29 Μαϊου 1826, ο Ιμπραήμ έστειλε τελεσίγραφο στους Μανιάτες να πάνε να τον προσκυνήσουν, γιατί διαφορετικά δεν θα άφηνε πέτρα σε άλλη πέτρα. Οι Μανιάτες τιμώντας την Σπαρτιατική καταγωγή τους καταλαβαίνουν ότι πρέπει να γράψουν νέες Θερμοπύλες, όχι με μελάνι για πανηγυρικούς αλλά με το αίμα τους, απάντησαν «Ελάβαμεν το γράμμα σου,  εις το οποίο είδομεν να μας φοβερίζεις ότι, αν δεν σου προσφέρομεν την υποταγήν μας, θέλεις εξολοθρεύσεις τους Μανιάτες και την Μάνην. Σε περιμένομεν με όσους δυνάμεις θελήσεις».
ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙΜΕΝΑΝ
Οι Μανιάτες  πολέμαρχοι, το τελευταίο δεκαήμερο του Ιουνίου 1826, με υπεράνθρωπη Δωρική αλκή και ρώμη, που δεν έχει όμοια να επιδείξει η νεοελληνική ιστορία, καταϊδρωμένοι, καταματωμένοι, θεονήστικοι, κατατροπώνουν με τα τουφέκια και τα γιαταγάνια τους τις διαδοχικές επιθέσεις των επελαυνόντων φουσάτων των Τουρκοαιγυπτίων και ταπεινώνουν τον επαρμένο σερασκέρη στη Βέργα του Αλμυρού και το Διρό. Κανένας δεν λιποψύχησε τις μεγάλες εκείνες ώρες. Όλοι ήταν στην πρώτη γραμμή, πάλευαν όλες τις ημέρες με τη θύελλα των εχθρικών σφαιρών και τη χάλαζα των βομβών. Στη μάχη του Διρού, οι Μανιάτες και προπάντων οι Μανιάτισσες μιμούμενες τις ηρωϊκές ανυπέρβλητες Σπαρτιάτισσες του «Ή ΤΑΝ Ή ΕΠΙ ΤΑΣ» με τα δραπάνια θερισμού, με τις πέτρες, με τα ξύλα, με τα δόντια και τα νύχια, ξέσχισαν και θέρισαν τους άπιστους εισβολείς σφετεριστές της ελευθερίας τους.
Εκατοντάδες στρατό έχασε και έμεινε κατασυγχυσμένος  και ντροπιασμένος ο νικητής του θρυλικού Μεσολογγιού. Οι νίκες αυτές των Μανιατών και η νίκη τους κατά τη δεύτερη επιδρομή των Τουρκοαιγυπτίων εναντίον της Μάνης τον Αύγουστο του ίδιου έτους στον Πολυάραβο, είχαν μεγίστη επίδραση και μεγάλες επιπτώσεις, εσωτερικά και εξωτερικά, στον Ιμπραήμ, στην Πόλη, στο Λαό και τις Ευρωπαϊκές δυνάμεις. Γιατί έκαναν δυνατή την παράταση του Αγώνα, μέχρι ότου οι μεγάλες δυνάμεις συνειδητοποίησαν ότι, δεν απέμενε άλλη επιλογή από την εμπλοκή τους στο Ελληνικό ζήτημα και την ανάληψη πρωτοβουλιών για να προλάβουν την εξόντωση των Ελλήνων. Στο μεταξύ, ο ιερός των Ελλήνων Αγώνας, η απαράμιλλη ανδρεία, η καταπληκτική εθελοθυσία, οι θηριωδίες των Τουρκοαιγυπτίων, τα θαυμαστά κατορθώματα των πολεμάρχων, εδόνησαν και συνεκίνησαν βαθύτατα, τις ψυχές των φιλελευθέρων λαών όλης της οικουμένης. Οι λαοί επίεζαν τις κυβερνήσεις και ζητούσαν να βοηθήσουν τους Έλληνες, οι οποίοι καίτοι αβοήθητοι εξακολουθούν να αγωνίζονται με τα λίγα τους μέσα εναντίον του πανίσχυρου επιδρομέα, που τους είχε επιτεθεί μ’ όλα τα μέσα και μ’ όλους τους τρόπους.
Φιλελληνικά κομιτάτα οργανώθηκαν στις Μεγάλες Πρωτεύουσες, που διεξήγαγαν εράνους  υπέρ του Αγώνα των Ελλήνων. Εθελοντές  απόμαχοι των Ναπολεντείων πολέμων, αλλά και ρομαντικοί φιλελεύθεροι έφτασαν στη μαχόμενη Ελλάδα. Λόγιοι και ποιητές, καλλιτέχνες και δημοσιογράφοι, εμπνεύστηκαν από τον Αγώνα των Ελλήνων: Ο Στατομπριάν, ο Ουγκώ, ο Ντελεκρονά,  ο Σανταρόζα, ο Σελλεϋ, ο Βύρων και άλλοι, αποτελούν το συγκινητικό πάνθεον  των Φιλελλήνων, που πολιόρκησε τα στυγνά ανακτοβούλια της Ευρώπης.
Ο θάνατος του Βύρωνα και του Μάγιερ στο Μεσολόγγι, η θυσία της λεγεώνας των ξένων στο Πέτα και τη Σφακτηρία, σε μάχες με τους Τούρκους έτριξαν τα θεμέλια της Ιεράς Συμμαχίας.
Η επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, είχε ως συνέπεια τη συντριβή στις 20 Οκτωβρίου 1827 του Τουρκοαιγυπτιακού στόλου στο Ναυαρίνο, από τους ενωμένους στόλους των Δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας, είναι το μέγιστο εθνικό γεγονός, που με πύρινα γράμματα γράφτηκε στο βιβλίο της ιστορίας, όπως είπε ο Παλαμάς «από το Ναυαρίνο τινάζεται στην ανεξαρτησία η νέα Ελλάδα». Η δοξασμένη ναυμαχία του Ναυαρίνου, είχε προκαλέσει στον καιρό της καταπληκτική εντύπωση στους λαούς της Ευρώπης. Την δέχτηκαν δε με ενθουσιασμό Έλληνες και Φιλέλληνες. Γιατί η ναυμαχία αυτή σηματοδότησε τη γέννηση του Ελληνικού Κράτους.
Η δημιουργία, όμως, ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους επί τμήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έγινε αποδεκτή από την αδιάλακτη κυβέρνησή της, μόνο μετά την ήττα των στρατευμάτων της από τα Ρωσικά στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο, που ξέσπασε παρά τη συνθήκη του Άκερμαν στις 26 Απριλίου 1828, ο οποίος είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη από τους Ρώσους της Ανδριανούπολης και του Εριβάν. Η Πύλη αναγκάστηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1829 να υπογράψει με τον Ρώσο στρατηγό Ντίπιτσ  την συνθήκη της Ανδριανούπολης. Με την συνθήκη αυτή οι Ρώσοι επετύγχανον σ’ ότι αφορά την Ελλάδα, ο Σουλτάνος να αποδεχθεί τη συνθήκη του Λονδίνου της 6ης Ιουλίου 1827. Ο τσάρος Νικόλαος Α’ έκρινε τις περιστάσεις κατάλληλες για να επιβάλει την ανατολική πολιτική του. από την άλλη πλευρά, η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία δεν ήθελαν να αφήσουν στην Ρωσία το προνόμιο να ελευθερώσει την Ελλάδα, με την συμμετοχή της Ρωσίας υπέγραψαν στις 18 Ιουνίου 1828, που προέβλεπε την αποστολή, γαλλικού στρατού στην Πελοπόννησο για την εκκαθάριση από τους Τουρκοαιγυπτίους.
Στο μεταξύ στις 19 Μαρτίου 1827, η Διοικητική Επιτροπή της Γ’ Εθνικής Συνέλευσης της Επιδαύρου, συγκαλεί τη Συνέλευση σε δεύτερη σύνοδο, κατά την οποία ψηφίζεται το Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος, με το οποίο σηματοδοτείται η γέννηση της Ελληνικής Πολιτείας. Με πρόταση κυρίως του Κολοκοτρώνη και του Καραϊσκάκη, εξελέγη Κυβερνήτης της Νεότερης Ελλάδος, ο επιφανέστατος των Ελλήνων ανεπανάληπτος Εθνάρχης Ιωάννης Καποδίστριας, πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας.
Ο Καποδίστριας θεωρούσε ανέτοιμο το Έθνος και επομένως πρόωρη την Επανάσταση κατά της Τουρκίας. Αφ’ ότου όμως άρχισαν οι εχθροπραξίες στην Ελλάδα τάχτηκε αδίστακτα στο πλευρό των αδελφών του Ελλήνων.
Η εκλογή του Ιωάννη Καποδίστρια υπήρξε πράγματι ιστορική, και επέδρασε βαθύτατα στην  πολιτική τύχη της χώρας μας. Η κατάσταση στην αγωνιζόμενη Ελλάδα για την ελευθερία της ήταν τραγική. Ο Αγώνας βρισκόταν στα όρια του έσχατου  κινδύνου, στον οποίο συντελούσαν δύο καθοριστικής σημασίας γεγονότα. Το ένα ήταν η εκστρατεία του Ιμπραήμ. Το δεύτερο ήταν επάρατος διχόνοια, που είχε εισχωρήσει, ως συνήθως, μεταξύ  των αγωνιστών και των πολιτευόμενων και είχε οδηγήσει σε εμφύλιο αγώνα και σε αναρχία. Μεταξύ των αντιδρώντων για την εκλογή του Καποδίστρια ως Κυβερνήτη ήταν οι Φαναριώτες, ο Υδραίος Λάζαρος Κουντουριώτης, καθώς και άλλοι νησιώτες, οι οποίοι διεκδικούσαν πάντοτε υπέρ αυτών την ηγεσία και ήθελαν τους Άγγλους στη Διοίκηση των στρατιωτικών και ναυτικών δυνάμεων. Οι νησιώτες δεν αναγνώριζαν σε κανένα άλλο το δικαίωμα να κυβερνήσει το Κράτος, χρησιμοποιούσαν διαφόρους τρόπους κωλυσιεργίας των εργασιών της συνέλευσης, αλλά συνάντησαν την ακαμψία της μεγάλης πλειοψηφίας  των αγωνιστών, την οποία αποτελούσαν οι Πελοποννήσιοι. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης για την εκλογή του Καποδίστρια είπε: «Ημείς άλλον Έλληνα αξιότερο δεν έχομεν, μόνον να εκλέξωμεν το Καπιδόστριαν». Ύστερα  από αυτό η απόφαση της πρόσκλησης του Καποδίστρια ήταν ομόφωνη.
Μέχρι την άφιξη του Καποδίστρια στην Ελλάδα, που βρισκόταν στη Γενεύη, κέντρο της αγωνιζόμενης στο εξωτερικό Πατρίδος, η απόφαση προέβλεπε τη σύσταση τριμελούς επιτροπής. Ο Καποδίστριας με αυτούς τους οιωνούς και με συναίσθηση της ευθύνης, αποφασίζει να κατέβει στην Ελλάδα, γνώστης των δυσχερειών, που θα συναντούσε.  Με την εκλογή του επισκέπτεται αλληλοδιαδόχως Ευρωπαϊκές Πρωτεύουσες Παρίσι, Βερολίνο, Λονδίνο, Μόναχο και Μόσχα, προκειμένου να έχει σίγουρη  την υποστήριξη των αντιστοίχων δυνάμεων. Επίσης, επισκέφτηκε την Πετρούπολη με την ελπίδα πως θα κινήσει το ενδιαφέρον του τσάρου Νικολάου Α’, ενώ ταυτόχρονα βρίσκει κατάλληλη ευκαιρία να υποβάλει την παραίτησή του από το υπουργικό αξίωμα, καθόσον από τον Αύγουστο 1822 βρισκόταν σε αόριστη άδεια, για να δουλέψει ελεύθερος και ανεπηρέαστος για την πραγμάτωση της μεγάλης ιδέας της ελευθερίας του Έθνους του. Συγκεντρώνει ποσό 300 χιλιάδων φράγκων για το Δημόσιο Ταμείο και παράγγειλε φορτίο γεωμήλων.
Ύστερα από μακρύ ταξίδι μέσω Ελβετίας και Ιταλίας έφτασε στις 28 Οκτωβρίου 1827 ο Καποδίστριας στη Μάλτα, όπου του ανέμενε ο ναύαρχος Κόδρικγτον, για να έχει εξηγήσεις μαζί του, για την πολιτική που θα ακολουθούσε. Πετυχαίνει την απελευθέρωση Ελλήνων ναυτικών, τους οποίους κρατούσαν οι Αγγλικές αρχές για παραβάσεις θαλασσίου δικαίου. Στις 11 Ιανουαρίου 1928 έφθασε στην Αίγινα, όπου τον ανέμεναν η αντικυβερνητική επιτροπή, η βουλή, οι λοιπές αρχές και δεκάδες χιλιάδες λαού, από όλη την Αίγινα να τον υποδεχτούν. Ήταν τότε η Αίγινα προσωρινή έδρα της Κυβέρνησης και τόπος συγκέντρωσης προσφύγων απ’ όλη την Ελλάδα.
Στην  Αίγινα όταν έφτασε ο Κυβερνήτης, διαπίστωσε ότι η κατάσταση από κάθε άποψη ήταν απελπιστική. Η στρατιωτική κατάσταση ήταν οικτρή. Δεν βρήκε κράτος υπό την έννομη έννοια και υπήρχε πλήρης παράλυσης της δημόσιας διοίκησης.
Αντιμετωπίζει με υπευθυνότητα ρεαλισμό και αποφασιστικότητα όλα τα προβλήματα που βρήκε και αρχίζει να βάζει τα πρώτα θεμέλεια του μικρού υποανάπτυκτου Κράτους. Παντού βάζει τη σφραγίδα του δημιουργικού του έργου.
Ο Καποδίστριας ήταν φιλελεύθερο και δημοκρατικό  πνεύμα, ανδρώθηκε με τον πόνο της σκλαβωμένης Πατρίδας. Δεν νοιαζόταν μόνο για τη Λευτεριά της. τον απασχολούσε η ανθρώπινη δυστυχία, την οποία διαπίστωσε από την πρώτη ημέρα της άφιξής του στην Αίγινα, αντικρύζοντας ένα λαό ρακένδυτο και πεινασμένο. Αρνήθηκε κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης να πάρει χρηματική μισθοδοσία.
Με διαβήματα και υπομνήματά του εζήτησε από τις Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία) προσωρινά βοηθήματα, ώσπου να γίνει δυνατή η χορήγηση δανείου. Τέλος, ζήτησε από τον πρίγκιπα Λεοπόλδο του γερμανικού κρατιδίου του Σαξ – Κόμπουργκ στον οποίο είχε προσφερθεί το στέμμα του Ελληνικού Κράτους, να ασκήσει την επιρροή του στις Μεγάλες Δυνάμεις για τη ρύθμιση των συνόρων, όπως αυτά καθαρίζονταν από το πρωτόκολλο του Λονδίνου. Ο οποίος τελικά αρνήθηκε να ανέλθει στον Ελληνικό Θρόνο, γιατί έκρινε ότι τα εδαφικά όρια του νέου κράτους ήταν εξαιρετικά περιορισμένα.
Αμέσως μετά την άφιξη του Καποδίστρια στην Ελλάδα, άρχισε να εκδηλώνεται μια υπόκωφη αντιπολίτευση εναντίον του Κυβερνήτη, που εκδηλώθηκε με ψευδείς κατηγορίες εναντίον του, με  ραδιουργίες και διαβολές στο εξωτερικό. Στο μεταξύ είχαν δημιουργεί τρία ξενόφιλα πολιτικά κόμματα, τα οποία διακρινόνταν από τυφλό προσανατολισμό  προς μια των προστάτιδων Δυνάμεων, που αποτελούσε και το μόνο και αποκλειστικό πρόγραμμά τους. Τα πολιτικά κόμματα ανάλογα με τον προσανατολισμό τους ονομάζοντο Ρωσικό υπό το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τον Ανδρέα Μεταξά, Αγγλικό υπό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και τον Σπυρίδωνα Τρικούπη και Γαλλικό  υπό τον Ιωάννη Κωλέττη. Τα ξενόφιλα αυτά πολιτικά κόμματα, μετά την τραγική δολοφονία του Καποδίστρια και κατά την περίοδο της αναρχίας, μέχρι τον ερχομό του Όθωνα πήραν την τελική τους μορφή, που δυστυχώς διατηρείται μέχρι σήμερα αλλά με διαφορετική ετικέτα.
Η χώρα, μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια για πολιτικούς λόγους στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 στο Ναύπλιο, βυθίζεται στο χάος για τους επόμενους οκτώ μήνες. Ο πρωτεργάτης της Ελληνικής αναγέννησης είχε πλέον εκλείψει από το προσκήνιο της πολύπαθης Ελλάδος. Ο θάνατος του Καποδίστρια στέρησε το Έθνος από το μοναδικό στήριγμα της σιγουριάς και της ασφάλειας.
Στις  7 Μαΐου 1832 υπογράφηκε σύμβαση του Λονδίνου, από τους εκπροσώπους των τριών Δυνάμεων και τον πληρεξούσιο της Βαυαρίας, που προέβλεπε ότι η Ελλάδα θα είναι κράτος μοναρχικό και ανεξάρτητο, με κληρονομικό μονάρχη τον Όθωνα (1815-1867), δευτερότοκο γιο του βασιλιά τα Βαυαρίας Λουδοβίκου. Την 25η Ιανουαρίου 1833 ο Όθων αποβιβάστηκε  στο Ναύπλιο και έγινε δεκτός με μεγάλο ενθουσιασμό.
Τη μεγάλη στιγμή του 1821, η οποία ξανάφερε τη Φυλή μας από τα σκοτεινά βάθη του Άδη στο βασίλειο του φωτός, ύμνησαν, η ποίηση, η τέχνη, η πεζογραφία, η δραματουργία, ο φιλοσοφικός στοχασμός και η πεζογραφία. Αμέσως μετά την έναρξη του Αγώνα της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας, οι εκπρόσωποι της  τέχνης και του πνεύματος συνειδητοποίησαν ότι, αποτελεί μια ανεπανάληπτη ηθική, πολιτική και εθνική πράξη. Η Εθνεγερσία γίνεται πηγή έμπνευσης, πολυαρίθμων Ελλήνων και Φιλελλήνων ποιητών, πεζογράφων, θεατρικών συγγραφέων, ιστορικών και φιλοσόφων με κορυφαίο όλων τον εθνικό μας επικό ποιητή Διονύσιο Σολωμό. Το Έθνος πρέπει  να μάθει να θεωρεί εθνικό, ότι είναι αληθές. Η ελευθερία είναι η ίδια η Ελλάδα. Στη πρώτη στροφή του Εθνικού μας Ύμνου η ψυχή του ποιητή ξεχειλίζει από χαρά, που βλέπει την Ελλάδα  να κυριαρχεί στην πατρογονική κληρονομιά της, υπερήφανη, θαρραλέα, δυνατή και ορμητική, με το σπαθί στο χέρι και με βλέμμα επιβλητικό και τρομερό, που με βιασύνη μετράει όχι μόνο την ολόξανθη γη μας και την γαλανή μας θάλασσα, αλλά ολόκληρη την οικουμένη. Η δεύτερη  φανερώνει τη χαρά και την υπερηφάνεια του Έλληνα, για την μακραίωνη ένδοξη ιστορία του και τις θυσίες των ευκλεών προγόνων του για το μεγαλείο της Πατρίδας.
Σε γνωρίζω από την κόψη            Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη
του  σπαθιού την τρομερή,            των Ελλήνων τα ιερά
Σε γνωρίζω από την όψη,                και σαν πρώτα ανδρειωμένη
που με βιά μετράει τη γη                Χαίρε ω Χαίρε λευτεριά
Ο Ελληνικός απελευθερωτικός αγώνας, αποτέλεσε για τους ιστορικούς μέγα δίδαγμα. Η σύγχρονη Ελλάδα πρέπει να δώσει και πάλι στην ανθρωπότητα το δίδαγμα του Περικλή, ότι οι νεότεροι Έλληνες είναι γνήσιοι απόγονοι του Μιλτιάδη, του Θεμιστοκλή, του Λεωνίδα, του Μεγάλου Αλέξανδρου, των Κυριακούλη και Ηλία Μαυρομιχάλη, του Μάρκου Μπότσαρη, του  Οδυσσέα  Ανδρούτσου, του Αθανάσιου Διάκου, του Γεωργίου Ολύμπιου, του Γεωργίου Καραϊσκάκη, του Χρήστου Καψάλη, του Γέρου του Μοριά και όλων των άλλων ιδεολόγων ηρώων και μαρτύρων. Ο πανεθνικός  Αγώνας των Ελλήνων το 1821, είναι και ξεσηκωμός της ανθρωπότητας για την ανθρωπότητα
    Εξ όσων ανωτέρω αναφέρθησαν, πιστεύω ότι είναι δυνατόν να εξαχθούν διάφορα βασικής σημασίας διαχρονικά διδάγματα, έμπνευσης και δύναμης από την ένδοξη τρισχιλιετή ιστορία μας και ιδιαίτερα, από τον τιτάνιο Αγώνα των προπατόρων μας για την Εθνική μας Παλιγγενεσία, προκειμένου να αντιμετωπίσομε με επιτυχία τα προβλήματα, που έχουν συσσωρευθεί σε παγκόσμια κλίμακα, κατάλοιπα ιδεολογικών στρατεύσεων και αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων κρατών και ομάδων, που φθάνουν στα σύνορά μας και μας αγγίζουν. Γιατί ο αγώνας του Έθνους, εφόσον επιθυμεί να επιζήσει και να ευημερήσει, είναι και οφείλει να είναι διαρκής. Αυτά  τα διδάγματα είναι κυρίως τα εξής:
    α) Η Ελλάδα μεγαλουργεί, όταν οι Έλληνες υπερασπίζονται τα εθνικά τους δίκαια με ενότητα, ομοψυχία και αλληλεγγύη.
    β) Η Ελλάδα μεγαλουργεί, όταν είναι καλά οργανωμένη, όπως ήταν επί Φιλικής Εταιρείας,  που παρά τις αντίξοες συνθήκες της εποχής, οι Έλληνες σε πείσμα όλων των αρνητικών προοπτικών επαναστάτησαν και ελευθερώθηκαν.
    γ) Η Ελλάδα μεγαλουργεί, όταν πιστεύει στα πεπρωμένα της και δεν κυβερνιέται από ηττοπαθείς, που θεωρούν τους εαυτούς τους συνετούς. Οι οποίοι καλλιεργούν στο Λαό ηττοπάθεια και προσπαθούν να του κλονίσουν την πίστη και τη ζωτικότητά του, με τον ανηλεή διωγμό του εθνικού του φρονήματος.
    δ) Η Ελλάδα μεγαλουργεί, όταν δεν ξεχνά να επικαλεστεί τη βοήθεια του Θεού, την ευλογία του και τη συγχώρησή του, όπως έπραξαν οι αγωνιστές του 1821, που αγωνίστηκαν πρώτα υπέρ Πίστεως και μετά υπέρ Πατρίδος.
    ε) Η Ελλάδα μεγαλουργεί, όταν είναι ενωμένη και στηρίζεται μόνο στις δικές της δυνάμεις και όχι σε μεσολαβητές δήθεν φίλους. Καιρός είναι να εγκαταλείψομε τους αφελείς συναισθηματισμούς, να κατανοήσομε ότι Φιλέλληνες είναι εκτός μερικών θαυμαστών της αρχαίας Ελλάδος, μόνο όσοι έχουν κατά καιρούς συμφέροντα συμπίπτοντα με τα δικά μας. Οι ξένοι είναι πάντοτε ξένοι. Υπηρετούν τα δικά τους συμφέρουντα και δεν τρέφουν συναισθηματισμούς.
    στ) Η Ελλάδα μεγαλουργεί, όταν  υπεραμυνόμενη των εθνικών μας θεμάτων και της ιστορικής αλήθειας, δεν διεξάγει διαπραγματεύσεις με οποιονδήποτε από τον οποίο δεν ζητά τίποτα. Αν οι εχθροί της ζητούν κάτι από αυτή, μια πρέπει να είναι η απάντηση «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ», όπως έκαναν οι Σπαρτιάτες και ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες.-

Β Ι Β Λ Ι Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
1.- Πολιτική Ιστορία της Νεοτέρας Ελλάδος (Σπ. Μαρκεζίνης)
2.- Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (Εκδοδ. Αθηνών).
3.- Εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ LAROUSSE BRITANIKA
4.- Βαγιακάκου Δικαίου: Ο Ιμπραήμ εναντίον της Μάνης, Πατσιλινάκος, Αθήνα 1961.
5.- Γιαννακάκου Ραζέλου: Οι αγώνες της Μάνης για την ελευθερία (1453-1821). Αθήνα 1948.
6.- Χρήστου Γούδη: Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας από την Πτώση στην Ανεξαρτησία εκδόσεως Κάκτος 2007.
7.- Ανάργυρου Γ. Κουτσιλιέρη: Ο ΛΑΟΣ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ εκδόσεις Μπεκάκου 1994.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΒΑΣΕΙ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΤΟΥ BLOG ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΖΕΤΕ ΟΤΙ ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΘΕΛΕΤΕ ΑΡΚΕΙ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΥΒΡΙΣΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ, ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΔΕΝ ΘΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ.