ΣΕ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΕΛΑΒΑ ΜΙΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΚΥΡΙΟ ΜΑΡΔΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΩ ΧΩΡΙΣ ΑΛΛΑ ΔΙΚΑ ΜΟΥ ΣΧΟΛΙΑ .........
------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Τρία είναι τα πιο πολυδιαβασμένα βιβλία στον Κόσμο.
Η ΒΙΒΛΟΣ Ο ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΡΑΝΙ
ΤΥΧΑΙΟ; ΙΣΩΣ <<ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΕΡΕΚΤΙΜΗΘΕΙ>> όπως γράφει πολυπράγμων Μεγαρεύς <<δημοσιογράφος>> ο οποίος φαίνεται να γνωρίζει ΚΑΛΑ τα πράγματα!
Kαθώς φαίνεται ότι ζούμε την ύστερη περίοδο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, πληθαίνουν οι αποτιμήσεις των ιστορικών περιόδων του. Έτσι, εμφανίζονται "κανόνες" της λογοτεχνικής και καλλιτεχνικής παραγωγής κατά τους λεγόμενους Νέους Χρόνους, δηλαδή από την πτώση της Κωνσταντινούπολης (1453) ή την ανακάλυψη της Αμερικής από τον Κολόμβο (1492) ως τις μέρες μας ή τουλάχιστον ως το 1989, οπότε κατέρρευσε το τείχος του Βερολίνου και μαζί του ο υπαρκτός σοσιαλισμός, ανοίγοντας το κεφάλαιο της παγκοσμιοποίησης, δηλαδή της επιβολής της μονοκρατορίας των ΗΠΑ. Σε όλους αυτούς τους "κανόνες", ο Δον Κιχώτης του Μιγκέλ δε Θερβάντες κατέχει την πρώτη θέση ή μια από τις πρώτες θέσεις.
Η αλήθεια είναι ότι υπό το πνεύμα ενός είδους ευρωπαϊκής "αλεξανδρινής βιβλιοθήκης", υπό το πνεύμα της δημιουργίας ενός "μουσείου", όπως κατά την ελληνιστική περίοδο, ο Δον Κιχώτης δεν μπορεί να λείψει από τέτοια παρακαταθήκη, της οποίας αποτελεί συστατικό στοιχείο.
Η Αντιμεταρρύθμιση της καθολικής εκκλησίας είχε επιβληθεί, όταν ο Δον Κιχώτης κυκλοφόρησε το 1605.
ο Θερβάντες φέρνει στο φως την ηθική και το μεγαλείο της αποτυχίας. Δίνει ουσιαστικά την πλέον ανθρώπινη απάντηση στον σύγχρονό του Γουίλιαμ Σαίξπηρ, που βάζει τον ήρωά του Άμλετ, στο διεφθαρμένο βασίλειο της Δανιμακρίας, να αναρωτιέται "να ζει κανείς ή να μη ζει; Ιδού το ερώτημα". Και το μεγαλείο του Θερβάντες βρίσκεται ακριβώς στην αναγνώριση ότι ο ευρωπαϊκός πολιτισμός δεν θα είναι παρά εξάρσεις δημιουργίας που θα καταπνίγονται από μια αμετακίνητη καθεστηκυία τάξη και ότι ο άνθρωπος δεν είναι άνθρωπος παρά όταν εμπλέκεται στις εξάρσεις του μαθαίνοντας στο πετσί του πως εξαιτίας αυτών των εξάρσεων στο τέλος θα ηττηθεί, περιμένοντας όμως πως άλλος θα παραλάβει τη σκυτάλη για να συνεχίζεται αυτός ο μαραθώνιος που οι αποστάσεις του διαρκώς μεταβάλλονται και οι δρομείς του -περιέργως- διαρκώς είναι παρόντες.
Ίσως επειδή η εποχή μας έχει χάσει κάθε επαφή με αυτή την πραγματικότητα, αναγνωρίζει στον Δον Κιχώτη την αποκάλυψη αυτής της ανθρώπινης διάστασης, η οποία είναι η μόνη στα μέτρα του Ανθρώπου, αφού πρόκειται για ένα είδος αρετής, που ούτε ο Σωκράτης καν ούτε ο Πρωταγόρας μπόρεσαν να αποδείξουν “εἰ διδακτέον ἀρετή”.
Ίσως επειδή η εποχή μας έχει χάσει κάθε επαφή με αυτή την πραγματικότητα, αναγνωρίζει στον Δον Κιχώτη την αποκάλυψη αυτής της ανθρώπινης διάστασης, η οποία είναι η μόνη στα μέτρα του Ανθρώπου, αφού πρόκειται για ένα είδος αρετής, που ούτε ο Σωκράτης καν ούτε ο Πρωταγόρας μπόρεσαν να αποδείξουν “εἰ διδακτέον ἀρετή”.
Την αποτυχία ως μονίμως αιωρούμενη παράμετρο, την έκπληξη αυτού του κινδύνου, προσπάθησε να οριοθετήσει, να περιγράψει και να εντάξει στην ανθρώπινη φύση ο Γάλλος Μισέλ ντε Μονταίνι στα Δοκίμιά του, έργο μιας ζωής, που δεν έπαψε να συμπληρώνει επί μία τουλάχιστον εικοσαετία (1572-1593), ομολογώντας πως του ήταν δύσκολο να καταλήξει σε συμπεράσματα και συμβουλές, ορίζοντας πως έμβλημά του ήταν το ερώτημα "τι ξέρω;", που βρίσκεται ένα βήμα πιο μπροστά από το σωκρατικό "εν οίδα ότι ουδέν οίδα"(γιατί σημασία έχει το ερώτημα και όχι η απάντηση) και ταυτοχρόνως καταργεί το ερώτημα του Άμλετ, γιατί εντέλει η απάντηση είναι μία: να ζει κανείς.
Τι θα ήταν ο ευρωπαϊκός πολιτισμός αν ο Τζορντάνο Μπρούνο δεν είχε καεί, αν ο Γαλιλαίος δεν είχε υποκύψει στους Ιεροεξεταστές, αν ο Κοπέρνικος δεν είχε καταδικαστεί ως "γελοίος Πολωνός", αν τα Δοκίμια του Μονταίνι δεν είχαν περάσει στον κατάλογο των απαγορευμένων από το Βατικανό βιβλίων, στον περίφημο Index, αν αμέτρητοι ανώνυμοι δεν είχαν υποστεί βασανιστήρια, δεν είχαν εντοιχιστεί για να πεθάνουν από ασφυξία, δεν είχαν υποβληθεί σε δημόσιες εκτελέσεις προς φρονηματισμό μιας τάξης πληβείων, που τα όριά της παρέμεναν δυσδιάκριτα και που έπρεπε πάντα να γέρνει προς την πλευρά της τάξης, την ώρα που η τάξη την υποψιαζόταν για κάθε είδους ανατροπές. Αυτή η τρίτη περίοδος του ευρωπαϊκού πολιτισμού είναι εκείνη που ολοκλήρωσε την ενηλικίωσή του.
Αν αυτός υπήρξε ο περίγυρος που κατέστησε τον Δον Κιχώτη απαραίτητο, έτσι που θα μπορούσε κανείς να πει ότι αν δεν τον είχε γράψει ο Θερβάντες, κάποιος άλλος θα τον είχε γράψει, το στοιχείο που καθιστά τον Δον Κιχώτη δημιούργημα του Θερβάντες και μόνο είναι ότι τα πρόσωπα του βιβλίου είναι τρία: ο Δον Κιχώτης, ο Σάντσο Πάντσα και ο ίδιος ο Θερβάντες, που δεν εμφανίζεται απλώς ως ο αφηγητής, χρησιμοποιώντας το πρώτο πρόσωπο και κατευθύνοντας τον αναγνώστη, αλλά και ως εκείνος που ξέρει περί ποίου πράγματος ο λόγος, αφού η ζωή του υπήρξε αρκούντως δονκιχωτική.
Είναι βεβαιωμένο πως έλαβε μέρος στη ναυμαχία της Ναυπάκτου όπου τραυματίστηκε, στα είκοσι πέντε χρόνια του έμεινε ανάπηρος από το αριστερό του χέρι, λίγο αργότερα πιάστηκε από πειρατές και πέρασε πέντε χρόνια αιχμαλωσίας στο Αλγέρι, όπου επανειλημμένα προσπάθησε να δραπετεύσει, εργάστηκε ως κατάσκοπος της Ισπανίας στην Πορτογαλία και στο Οράν της Μπαρμπαριάς (που τότε ανήκε στην Ισπανία), επέστρεψε στη Μαδρίτη, όπου δοκίμασε την τύχη του ως θεατρικός συγγραφέας, δεν πέτυχε τίποτα σε αυτόν τον τομέα παρ' όλο που έγραψε είκοσι ή τριάντα θεατρικά έργα, απελπισμένος μετατράπηκε σε φοροεισπράκτορα για να καταλήξει αδίκως στη φυλακή για κακοδιαχείριση και ιδιοποίηση δημόσιου χρήματος το 1597. Λέγεται πως στη φυλακή καταπιάστηκε να γράφει τον Δον Κιχώτη, δεν είναι όμως βέβαιο αν η συγγραφή άρχισε σε εκείνο τον εγκλεισμό ή ολοκληρώθηκε κατά την επόμενη φυλάκιση, το έτος 1605 ακριβώς, όταν το πρώτο μέρος του Δον Κιχώτη τέθηκε σε κυκλοφορία. Το δεύτερο μέρος του Δον Κιχώτη κυκλοφόρησε το 1615, ενώ είχε προηγηθεί ένα άλλο δεύτερο μέρος, γραμμένο από κάποιον Αβεγιανέδα. Στερημένος κάθε πνευματικού δικαιώματος από τον εκδότη του πρώτου μέρους του Δον Κιχώτη, ο Θερβάντες θα πέθαινε από πείνα αν δεν τύχαινε της προσοχής ενός μαικήνα αριστοκράτη. Πέθανε λίγο αργότερα ενδεδυμένος το ράσο μοναχού, αλλά παρά το γεγονός ότι είναι γνωστός ο τόπος της ταφής του, ο τάφος του δεν έχει βρεθεί.
Μερικούς μήνες μετά το θάνατο του Θερβάντες πέθανε ο Σαίξπηρ (σε ηλικία πενήντα δύο ετών και από άγνωστη αιτία). Πολλοί είναι εκείνοι που αρέσκονται να σημειώνουν ότι ενώ η ζωή του Θερβάντες και ο ίδιος βρίσκονται μέσα στον Δον Κιχώτη, ο Σαίξπηρ πέρασε μια ήρεμη ζωή, εισπράττοντας τα δικαιώματά από τα έργα του που παίζονταν με μεγάλη πάντα επιτυχία στο Globe Theater, αποφεύγοντας τις επαφές με τις αρχές, που είχαν μεριμνήσει για τη δολοφονία του Κρίστοφερ Μάρλοου, τα βασανιστήρια του Τόμας Κυντ, το στιγματισμό του Μπεν Τζόνσον, επιλέγοντας μιαν ανωνυμία, που του επέτρεπε να οικοδομεί τα τερατώδη και τα απύθμενα ενός Μάκβεθ και ενός Ληρ, διατηρώντας το δικαίωμα να διασκεδάζει με έναν Φάλσταφ ή μια Καλοκαιριάτικη Νύχτα.
Ποιος είναι όμως ο Δον Κιχώτης; Ένας μοναχικός θιασώτης και οπαδός του κόσμου της ιπποσύνης, ο οποίος, μέσα από τα διαβάσματά του -έπη και βίους ιπποτών- πιστεύει με απόλυτη ειλικρίνεια πως τα κακά του κόσμου (αυτά που εκείνος θεωρεί πως είναι τα κακά του κόσμου) διορθώνονται με την αυταπάρνηση, την προσωπική θυσία, τη μεταμόρφωση της πραγματικότητας σε όνειρο και τη μεταμόρφωση του ονείρου σε πραγματικότητα, στοιχεία που αναδύονται από έναν κόσμο αρετής, από έναν κόσμο Οδύσσειας (ο Δον Κιχώτης περιπλανάται ή μάλλον έχει βγει "στον πηγαιμό για την Ιθάκη"), που έχει να αντιμετωπίσει φυσικά και ψυχικά μαρτύρια, τα οποία δεν είναι άλλο από επιβεβαιώσεις αυτού του ταξιδιού, που η κατάληξή του είναι ο θάνατος. Τέσσερις αιώνες πριν από τον Καβάφη, ο Δον Κιχώτης λέει "οι Ιθάκες τι σημαίνουν". Έτσι μάλλον θα πρέπει να δούμε τον Δον Κιχώτη σήμερα. Όταν ο Θερβάντες έγραφε το έργο του, δεν θα φανταζόταν βεβαίως πως έτσι θα μπορούσαμε να δούμε τον ήρωά του. Η ισπανική λογοτεχνία είχε προ πολλού αναπτύξει τη θεματολογία του κατεργάρη, του επιτήδειου, του μασκαρά, του καταφερτζή, του αξιοθαύμαστου λαϊκού ήρωα. Ο Λασαρίγιο δε Τόρμες, έργο άγνωστου συγγραφέα, ο Ρουϊ Μπλας, που ενέπνευσε τον Γάλλο συγγραφέα Λε Σαζ, τα χρονικά των conquistadores, οι διάλογοι που απέδιδαν τη ζωή κάθε Εβραίας πόρνης (ισπανικής καταγωγής) στην Ιταλία, είχαν διαμορφώσει μια λογοτεχνία, όπου το περίεργο, το πρωτοφανές, το απίστευτο και το παράλογο είχαν τη θέση τους. Αυτή η λογοτεχνία θα είχε πεθάνει άδοξα, αν ο Θερβάντες δεν την είχε συμπυκνώσει και δεν της είχε προσφέρει το δώρο της αθανασίας, χάρη στον Δον Κιχώτη, όπου όλα τα περίεργα είναι φυσικά, όπου όλα τα παράλογα είναι πιστευτά, όπου όλα τα ανάποδα έχουν το ίσο τους.
Αυτό το εύρημα δεν θα είχε το αντίκρισμα που του αποδίδουμε αν απέναντι στον Δον Κιχώτη δεν υπήρχε ο Σάντσο Πάντσα, η φωνή της αναπότρεπτης πραγματικότητας, η επίδειξη της κοινής λογικής, αλλά και της καχυποψίας και της προσδοκίας της ευκαιρίας με τις μικρότερες δυνατές απώλειες. Λιπόσαρκος ο Δον Κιχώτης, στρουμπουλός ο Σάντσο, καβάλα στον ετοιμόρροπο Ροσινάντε ο Δον Κιχώτης, σε γάιδαρο ο Σάντσο, οπλισμένος και θωρακοφόρος ο Δον Κιχώτης, άοπλος ο Σάντσο, επιθετικός και αιθεροβάμων ο Δον Κιχώτης, διαλλακτικός και προσγειωμένος ο Σάντσο, ο Δον Κιχώτης αποκτά περιεχόμενο, επειδή το αντλεί από τον Σάντσο, που απλόχερα του το προσφέρει. Με άλλα λόγια, ο Δον Κιχώτης δεν θα ενδιέφερε αν ο Σάντσο Πάντσα δεν υπήρχε να μας δείχνει πόσο ενδιαφέρων είναι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου