
"Ιδέες, που γεννιούνται στα μυαλά των ανθρώπων
κάτω από συγκεκριμένες κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες,
είναι η “αντικειμενική” γνώση τής κοινωνίας"
Αν και πολλά έχουν γραφεί γύρω από το πρόβλημα τού έθνους και τού εθνικισμού, είναι νομίζω απαραίτητο να διακρίνουμε δυο πράγματα περί τού νοήματος και τής λειτουργικότητας των όρων που χρησιμοποιούμε στη γλώσσα, προκειμένου να καταλήξουμε κάπου.
Κατ΄ αρχήν διακρίνουμε δύο βασικές πλευρές στα νοήματα των όρων:
* Την πλευρά τής ουσίας (methodological essentialism) και
* ι
* Την πλευρά τής λειτουργικότητας (methodological nominalism).
Οι δυο μέθοδοι αναφέρονται στη σχέση υποκείμενου - κατηγορούμενου τής πρότασης. Η μέθοδος τού essentialism βλέπει αυτή τη σχέση ως αναγκαία, ενώ η μέθοδος τού nominalism την βλέπει ως περιστασιακή ή συμβατική και δεν αποδίδει καμμιά οντολογική σχέση “ουσίας”.
Αν η έννοια μιας πρότασης είναι “ουσιαστική” ή “λειτουργική” εξαρτάται από το αν κανείς ψάχνει για την αλήθεια στην “ουσία” (essence) ή στη λειτουργικότητα (functionality) τής πρότασης. Στη δεύτερη περίπτωση η αλήθεια τής πρότασης εξαρτάται από την πρακτική εφαρμογή ή τη λειτουργικότητά της κι όχι αν η πρόταση καλύπτει πλήρως τα “ουσιαστικά” χαρακτηριστικά τού όρου, που φιλοδοξεί να ορίσει.... Την πρώτη μέθοδο τού methodological essentialism τη διατύπωσαν και χρησιμοποίησαν για εμπέδωση τής γνώσης πρώτα οι αρχαίοι Έλληνες. Ο Σωκράτης φέρεται ως ο πατέρας τής μεθόδου ως μέσον, μέσω τού οποίου μπορούμε να γνωρίσουμε τις πρώτες αρχές, πάνω στις οποίες όλη η γνώση πρέπει να βασίζεται.
Γνώση για τον Σωκράτη και τον μαθητή του αργότερα, Πλάτωνα, καθώς επίσης και τον Αριστοτέλη,
κάτω από συγκεκριμένες κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες,
είναι η “αντικειμενική” γνώση τής κοινωνίας"
Αν και πολλά έχουν γραφεί γύρω από το πρόβλημα τού έθνους και τού εθνικισμού, είναι νομίζω απαραίτητο να διακρίνουμε δυο πράγματα περί τού νοήματος και τής λειτουργικότητας των όρων που χρησιμοποιούμε στη γλώσσα, προκειμένου να καταλήξουμε κάπου.
Κατ΄ αρχήν διακρίνουμε δύο βασικές πλευρές στα νοήματα των όρων:
* Την πλευρά τής ουσίας (methodological essentialism) και
* ι
* Την πλευρά τής λειτουργικότητας (methodological nominalism).
Οι δυο μέθοδοι αναφέρονται στη σχέση υποκείμενου - κατηγορούμενου τής πρότασης. Η μέθοδος τού essentialism βλέπει αυτή τη σχέση ως αναγκαία, ενώ η μέθοδος τού nominalism την βλέπει ως περιστασιακή ή συμβατική και δεν αποδίδει καμμιά οντολογική σχέση “ουσίας”.
Αν η έννοια μιας πρότασης είναι “ουσιαστική” ή “λειτουργική” εξαρτάται από το αν κανείς ψάχνει για την αλήθεια στην “ουσία” (essence) ή στη λειτουργικότητα (functionality) τής πρότασης. Στη δεύτερη περίπτωση η αλήθεια τής πρότασης εξαρτάται από την πρακτική εφαρμογή ή τη λειτουργικότητά της κι όχι αν η πρόταση καλύπτει πλήρως τα “ουσιαστικά” χαρακτηριστικά τού όρου, που φιλοδοξεί να ορίσει.... Την πρώτη μέθοδο τού methodological essentialism τη διατύπωσαν και χρησιμοποίησαν για εμπέδωση τής γνώσης πρώτα οι αρχαίοι Έλληνες. Ο Σωκράτης φέρεται ως ο πατέρας τής μεθόδου ως μέσον, μέσω τού οποίου μπορούμε να γνωρίσουμε τις πρώτες αρχές, πάνω στις οποίες όλη η γνώση πρέπει να βασίζεται.
Γνώση για τον Σωκράτη και τον μαθητή του αργότερα, Πλάτωνα, καθώς επίσης και τον Αριστοτέλη,